Άγιος Γρηγόριος Νύσσης.
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, «Λόγοι εις τους μακαρισμούς»
Λόγος α’
«Όταν ο Ιησούς είδε τα πλήθη, ανέβηκε στο όρος, κι όταν κάθισε, πλησίασαν οι μαθητές Του, κι άρχισε να τους διδάσκει, λέγοντας: Μακάριοι είναι οι ταπεινοί, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών».
Ελάτε να ανεβούμε στο όρος του Κυρίου
1. Ποιος άραγε είναι άξιος από τους εδώ συναγμένους ώστε και μαθητής του Κυρίου να γίνει και ν’ ανεβεί μαζί Του από τις ταπεινές και χαμηλές σκέψεις στο πνευματικό όρος της υψηλής θεωρίας;
Το όρος αυτό είναι απαλλαγμένο από κάθε σκιά, που ρίχνουν οι υπερυψωμένοι λόφοι της κακίας, και συγχρόνως καταυγάζεται από τη λάμψη του αληθινού φωτός. Και μέσα στη διαύγεια της καθαρής αλήθειας κάνει θεατά αφ’ υψηλού όλα εκείνα, που είναι αθέατα για όσους βρίσκονται δεμένοι στα χαμηλά.
Ποια και πόσα είναι αυτά, που από το ύψος φαίνονται κάτω, εξηγεί ο ίδιος ο Κύριος. Όταν, μακαρίζοντας αυτούς που ανέβαιναν μαζί Του στο όρος, τους αναπτύσσει, σαν να τους δείχνει με κάποιο δάκτυλο, από τη μια μεριά για τη βασιλεία των ουρανών κι από την άλλη για την κληρονομιά της άνω πατρίδας.
Έπειτα τους αναπτύσσει για την ευσπλαγχνία, τη δικαιοσύνη, την παρηγοριά και για τη συγγένεια που αναπτύσσεται με τον Θεό των όλων. Ακόμη τους μιλάει για την ωφέλεια των διωγμών, που είναι το να γίνει σύνοικος του Θεού. Δείχνει ακόμη ο Κύριος κι όσα άλλα κοντά σ’ αυτά μπορείς να βλέπεις ψηλά από το όρος, αντικρίζοντας τα από την υψηλή σκοπιά με τις ελπίδες.
Επειδή, λοιπόν, ο Κύριος ανεβαίνει στο όρος, ας ακούσουμε την πρόσκληση του Ησαΐα που φωνάζει «Ελάτε να ανεβούμε στο όρος του Κυρίου» ( Ησ. 2,3). Κι αν είμαστε αδύνατοι εξαιτίας της αμαρτίας, ας τονώσουμε τα κουρασμένα χέρια και τα παραλυμένα γόνατα, καθώς υποδεικνύει ο προφήτης ( Ησ. 35, 3).
Γιατί αν φτάσουμε στην κορυφή, θα συναντήσουμε Εκείνον που γιατρεύει κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία. Θα βρούμε Εκείνον που σηκώνει επάνω Του τις ασθένειες και φορτώνεται τις αρρώστιές μας. Λοιπόν, ας τρέξουμε κι εμείς προς την άνοδο, για να φτάσουμε μαζί με τον Ησαΐα στην κορυφή της ελπίδας και να δούμε από ψηλά τα αγαθά εκείνα που δείχνει ο Κύριος σ’ αυτούς οι οποίοι Τον ακολούθησαν στην ανάβαση.
Αλλά ας ανοίξει και σε μας το στόμα Του, ο Λόγος του Θεού και ας μας διδάξει εκείνα, που το άκουσμά τους είναι η μακαριότητα. Ας αρχίσουμε δε την μελέτη μας από εκεί που αρχίζει η διδασκαλία του Κυρίου.
Η μακαριότητα
2. Μακάριοι, λέγει, είναι οι πτωχοί κατά το πνεύμα, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος που αγαπάει τον χρυσό, τυχαίνει να βρει μέσα στα βιβλία πληροφορίες για την ύπαρξη θησαυρού σε κάποιο μέρος.
Το μέρος όμως εκείνο, που κρύβει το θησαυρό, απαιτεί πολύ κόπο και ιδρώτα, από εκείνους που θα θελήσουν να αποκτήσουν το χωράφι. Άραγε θα δειλιάσει μπροστά στους κόπους και θα αδιαφορήσει για το κέρδος και θα θεωρήσει πιο γλυκό από τον πλούτο το να μην κουραστεί καθόλου, προσπαθώντας να τον αποκτήσει;
Δεν γίνονται όμως αυτά, δεν γίνονται. Αντίθετα μάλιστα, θα παρακαλέσει γι αυτό όλους τους φίλους. Κι απ’ όπου μπορεί, θα ζητήσει βοήθεια γι αυτό, συγκεντρώνοντας πολλά χέρια και θα ιδιοποιηθεί τον κρυμμένο θησαυρό.
Αυτός είναι αδελφοί, εκείνος ο θησαυρός για τον οποίο μιλάει το γράμμα, αλλά είναι κρυμμένος ο πλούτος κάτω από την ασάφεια. Κι εμείς που επιθυμούμε (ν’ αποκτήσουμε) το καθαρό χρυσάφι, ας χρησιμοποιήσουμε τη δύναμη των προσευχών, ώστε να έλθει ο θησαυρός για χάρη μας στην επιφάνεια κι ας τον μοιραστούμε όλοι εξίσου κι ο καθένας μας θα τον κατέχει ολόκληρο.
Γιατί η μοιρασιά της αρετής είναι τέτοια, ώστε και να μοιράζεται σε όλους εκείνους που τη διεκδικούν, κι όλη να ανήκει στον καθένα, χωρίς να μειώνεται ανάμεσα σε εκείνους που παίρνουν μέρος σ’ αυτήν. Ενώ στην μοιρασιά του υλικού πλούτου όποιος αποσπάσει το περισσότερο, αδικεί εκείνους που παίρνουν ίσο μερίδιο. Γιατί, όποιος αυξήσει το δικό του μερίδιο, μειώνει οπωσδήποτε το του άλλου που μετέχει στη μοιρασιά.
Αλλά με το πνευματικό πλούτο συμβαίνει ό,τι και με τον ήλιο, που και μοιράζεται σ’ όλους εκείνους που τον βλέπουν, κι όλος ανήκει στον καθένα. Επειδή, λοιπόν, καθώς ελπίζουμε, το κέρδος για τον καθένα θα είναι ανάλογο του κόπου, ας βοηθήσουμε εξίσου όλοι με τις προσευχές, για να πετύχουμε αυτό που ζητάμε.
Και πρώτα, λοιπόν, νομίζω ότι πρέπει να κατανοήσουμε τι ακριβώς σημαίνει η λέξη μακαρισμός.
Μακαριότητα, κατά την γνώμη μου βέβαια, είναι μία περίληψη όλων εκείνων που εννοούμε σχετικά με το αγαθό. Απ’ αυτή δεν λείπει τίποτε απ’ όσα έχουν σχέση με την αγαθή επιθυμία. Μπορούμε όμως να κάνουμε ακόμη σαφέστερη την έννοια του μακαρισμού, συγκρίνοντάς την με το αντίθετο. Και αντίθετο προς το μακάριο είναι το άθλιο.
Αθλιότητα, λοιπόν, είναι η ταλαιπωρία μέσα στα αξιοθρήνητα και αθέλητα πάθη. Διακρίνονται δε μεταξύ τους, η μακαριότητα κι η αθλιότητα, από την αντίθετη διάθεση εκείνων που θα βρεθούν σ’ αυτές. Δηλ. ο μεν μακάριος ευφραίνεται κι αγάλλεται, με όσα έχει μπροστά του κι απολαμβάνει, ενώ ο άθλιος πονεί κι υποφέρει, με όσα τον έχουν βρει.
Αληθινά δε μακαριστή ύπαρξη είναι το Θείο. Γιατί ό,τι και να υποθέσουμε πως είναι το Θείο, μακαριότητα είναι εκείνη η καθαρή ζωή, το ανεκδιήγητο και ακατάληπτο αγαθό, το ανέκφραστο κάλλος, αυτό που είναι όλο χάρη και σοφία και δύναμη, το αληθινό φως, η πηγή κάθε αγαθότητας, η ανώτερη εξουσία όλων, το μόνο ποθητό, αυτό που πάντα είναι το ίδιο, η παντοτινή αγαλλίαση, η αιώνια ευφροσύνη, για την οποία θα μπορούσε κανείς να πει πολλά, κι όμως να μην έχει πει τίποτε το ισάξιο.
Γιατί ούτε ο νους πλησιάζει τον Θεό, μα, κι αν ακόμη μπορέσουμε να κατανοήσουμε κάτι από τα υψηλότερα γι’ Αυτόν, με κανέναν λόγο δεν εκφράζεται αυτό που θα γίνει κατανοητό.
Αφού όμως ο δημιουργός του ανθρώπου τον έπλασε κατ’ εικόνα του Θεού, μπορεί κατά δεύτερο λόγο να είναι μακάριο αυτό, που έχει δημιουργηθεί εν ονόματι του Θεού και μετέχει στην πραγματική μακαριότητα.
Γιατί με την σωματική ομορφιά π.χ. το πρωτότυπο κάλλος υπάρχει στο ζωντανό και υπαρκτό πρόσωπο, ενώ εκείνο, που αποτυπώνεται στον πίνακα με την απομίμηση, έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Το ίδιο ισχύει και με την εικόνα της υπερέχουσας μακαριότητας, που είναι η ανθρώπινη φύση.
Κι αυτή στολίζεται με το αγαθό κάλλος, όταν φέρει πάνω της τα σημάδια των χαρακτηριστικών του μακαρίου. Επειδή όμως η βρωμιά της αμαρτίας μουτζούρωσε το κάλλος της εικόνας, ήλθε ο Χριστός, που μας καθαρίζει με το δικό Του νερό, το οποίο είναι ζωογόνο και αναβλύζει την αιώνια ζωή.
Κι έτσι μπορούμε εμείς ν’ αποβάλουμε την ασχημοσύνη της αμαρτίας και να ανακαινισθούμε και πάλι σύμφωνα με τη μακάρια θεϊκή μορφή. Κι όπως στη ζωγραφική τέχνη θα μπορούσε να πει ο ειδικός στους αρχάριους, πως καλή είναι εκείνη η προσωπογραφία που έχει τα επί μέρους συστατικά του σώματος τέτοια: έτσι να είναι η κόμη, οι κύκλοι των ματιών, οι γραμμές των φρυδιών, η θέση των παρειών και ξεχωριστά όλα τα άλλα, με τα οποία ολοκληρώνεται η ομορφιά, έτσι και ο Κύριος που ξαναζωγραφίζει την ψυχή μας κατά την απομίμηση του μόνου μακαρίου, του Θεού, περιγράφει με το λόγο τα ιδιαίτερα στοιχεία που συμβάλλουν στην μακαριότητα. Και πρώτα λέγει: «Μακάριοι είναι οι πτωχοί κατά το πνεύμα, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών».
Γρηγορίου Νύσσης, «Λόγοι εις τους μακαρισμούς», μετάφραση Αρχιμανδρίτης Παγκράτιος Μπρούσαλης, έκδοση Αποστολική Διακονία, Αθήνα.