Της Κατερίνας Τσακίρη
Τὸ μυστήριο τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ μᾶς προτρέπει νὰ ζήσουμε τὴ γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων, ποὺ πλησιάζει.
Αὐτὸς ὁ ἐρχομὸς εἶναι μιὰ θεμελιώδης ἀφετηρία ποὺ βαθαίνει τὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξής μας καὶ ἀνανεώνει τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὴ ζωντανὴ παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα μας καὶ γύρω μας.
Ἡ Ἐκκλησία διακηρύσσει πανηγυρικὰ ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος θεός. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια φωτίζει τὰ πιὸ σκοτεινὰ στοιχεῖα τῆς ζωῆς μας. Αὐτὴ ἡ πίστη γίνεται πηγὴ χαρᾶς, ποὺ ἀνοίγει τὴν πόρτα τὴς ὕπαρξής μας στὸν ὑπερβατικὸ κόσμο τοῦ Θεοῦ.
«Ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου», κατέβηκε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ ἀσύλληπτο μυστήριο τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀγάπης Του, γιὰ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση.
Εἰσέρχεται στὴ δική μας πραγματικότητα, μέσα στὸ εἶναι μας καὶ στὴ ζωή μας, σὲ ἕναν τόπο καὶ μὲ ἕναν τρόπο ποὺ μᾶς προκαλεῖ κατάπληξη.
Οἱ Ὑμνογράφοι ἐγκωμίασαν ἐκστατικοὶ τὴ συγκατάβαση καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἄνοδο τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Δημιουργὸς γίνεται δημιούργημα.
Ὁ Ἀόρατος ὁρᾶται, ὁ Ἀνέγγιχτος ψηλαφίζεται, ὁ ἀσώματος Θεὸς λαμβάνει σῶμα, ὁ Ἄναρχος ἀρχίζει ὡς Θεάνθρωπος τὴν ἐπίγεια ζωή Του.
Ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστες, τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ ἑορτὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιεῖται ἡ ἀνακεφαλαίωση τοῦ ἀγαθοῦ.
Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ προσέγγιζε ἀπὸ ἔξω τὸν κόσμο, προσλαμβάνει στὴν ὑπόστασή του τὴν ἀνθρώπινη φύση, τὴν ἀνακαινίζει καὶ τὴν καθιστᾶ θεϋπόστατη, ὁμόθεη καὶ χωρητικὴ τῆς λαμπρότητας καὶ τῆς ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ἀνακαίνιση τοῦ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένου ἀνθρώπου πραγματοποιεῖται ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Ἡ ἴδια αὐτὴ ἀνακαίνιση μορφοποιεῖται στὸν κάθε πιστὸ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας, ποὺ ὑποδηλώθηκε σκιωδῶς κατὰ τὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, φανερώνεται καὶ κατὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ νέος ἄνθρωπος!
Ταυτόχρονα στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ φανερώνεται ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ὁ νέος Ἀδάμ, ποὺ παραμένει ἀδιάσπαστα ἑνωμένος μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἀνακεφαλαιώνει ὁλόκληρη τὴν κτίση.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν προσπαθοῦν νὰ γνωρίσουν τὸν Χριστὸ μὲ βάση τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ νὰ προσεγγίσουν τὸν ἀληθινὸ ἄνθρωπο μὲ βάση τὸν Χριστό.
Ὁ Χριστιανός, ποὺ ζεῖ ὡς μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, γίνεται κατὰ χάρη Χριστός. Στὴ σάρκα του, ποὺ εἶναι καὶ σάρκα Χριστοῦ, συγχωρεῖται ὁλόκληρος ὁ κόσμος καὶ κατακρίνεται ἡ ἁμαρτία.
Ἔτσι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εὐχόταν νὰ γίνει ἀνάθεμα γιὰ τοὺς κατὰ σάρκα ἀδελφούς του (Ρωμ. 9, 3). Κάποιος γέροντας ἀσκητής, ποὺ ἄκουσε τὴν ἐξομολόγηση ἑνὸς φονιᾶ, κτύπησε στοργικὰ τὸν ὦμο του καὶ εἶπε:
«ἐγὼ ἔκανα, παιδί μου, τὸν φόνο, ὄχι ἐσύ».
Ἂν αὐτὸ μᾶς συγκλονίσει, θὰ ξαναγεννηθοῦμε
Τὰ αἴτια τοῦ κοινωνικοῦ κακοῦ, ὅπως καὶ τοῦ κοινωνικοῦ καλοῦ, ὑπάρχουν ριζωμένα στὸν καθένα μας. Ἡ ἁμαρτία ἔχει προσωπικὸ χαρακτήρα. Ὁ πιστὸς βλέπει τὴν ἁμαρτία τῶν ἄλλων ὡς δική του.
Γι’ αὐτὸ ξεκινᾶ τὸν ἀγώνα ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Πολεμώντας τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία στὸν ἑαυτό του μετέχει στὸν κοινὸ ἀγώνα τῆς ἀνθρωπότητας ἐναντίον τοῦ κακοῦ.
Ὁ Θεὸς τὸν ὁποῖο «οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε» ( Ἰωαν. 1, 18) ἀποκαλύφθηκε καὶ «ἐλάλησεν ἡμῖν» (Ἑβρ. 1, 2).
Ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ δὲν ἀποτελεῖ ἁπλῶς κάποιο νέο στάδιο στὴν ἱστορία τῆς θείας οἰκονομίας, ἀλλὰ τὴν ὁλοκλήρωσή της. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πλήρωμα τοῦ Νόμου καὶ τῶν προφητῶν, ὅπως καὶ κάθε ἄλλης ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν κόσμο.
Ἡ ἐν Χριστῷ οἰκονομία ἐγκαινιάζει νέα κατάσταση καὶ δημιουργεῖ τὴν ἀπαρχὴ τῆς καινούργιας ζωῆς. Αὐτὴ εἰκονίζεται ἤδη στὴν Ἐκκλησία, ἰδιαίτερα στὴ θεία Εὐχαριστία, ἀλλὰ θὰ φανερωθεῖ τελικὰ στῆ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ ἡ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος μεταμορφώνονται σὲ ἀφθαρσία καὶ ζωή. Ὁ Νόμος γίνεται Λόγος, πρόσωπο, ὑπόσταση, ποὺ καλεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ καταστεῖ μέτοχος τῆς θείας ζωῆς.
Ὁ σκοπὸς τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως δὲν εἶναι ἄλλος, παρὰ ἡ σωτηρία καὶ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου. Ἂν δὲν ὑπῆρχε ἀνάγκη νὰ σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, δὲν θὰ γινόταν ὁ Θεὸς ἄνθρωπος.
Ἐπειδὴ μὲ τὸν φθόνο τοῦ διαβόλου εἰσῆλθε στὸν κόσμο ὁ θάνατος καὶ παρέσυρε τὸν ἄνθρωπο, ἔγινε ὁ Θεὸς ἄνθρωπος. Πάσχει μαζί μας καὶ πτωχεύει μὲ τὴ σάρκωσή Του, γιὰ νὰ πλουτίσουμε ἐμεῖς μὲ τὴ δική Του πτωχεία.
Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τελειωθεῖ καθ’ ὁμοίωσή Του. Παράλληλα, προνόησε ὥστε καὶ μετὰ τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς, στὴν ὁποία θὰ προέβαινε ὁ ἄνθρωπος, νὰ μὴ ματαιωθεῖ ὁ σκοπὸς τῆς δημιουργίας, ἀλλὰ νὰ καταστεῖ δυνατὴ ἡ πραγμάτωσή του μὲ τὴν ἐνανθρώπηση.
Αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ δὲν κατόρθωσε ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ἀπατήθηκε ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ ἀθέτησε τὴν ἐντολή, τὸ προσφέρει ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του.
Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως δὲν βρίσκεται στὸν Χριστὸ ἀλλὰ στὸν ἄνθρωπο.
Καὶ γίνεται ὁ Θεὸς ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ἐξαρχῆς ὁ σκοπὸς τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἦταν νὰ ὁμοιάσει πρὸς τὸν Θεόν.
Ἀδέλφια μου, ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου! Ἐμεῖς, οἱ πιστοί, καλούμαστε νὰ ζήσουμε αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς ἱστορίας ὡς τὸ θαῦμα τῆς δικῆς μας ὕπαρξης καὶ ζωῆς.
Γιατὶ ὅσο ὁ «ἥλιος τῆς δικαιοσύνης» δὲν ἀνατέλλει στὴν ψυχή μας, μάταια ἀναζητοῦμε νὰ βροῦμε μέσα στὸν κόσμο τὸν «τεχθέντα βασιλέα» τοῦ ὁράματος τῶν προφητειῶν καὶ τῆς βεβαιότητας τῶν Γραφῶν.
Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία διαρκὴς πρόσκληση νὰ ἀναγεννηθοῦμε πνευματικά. Ἡ πνευματικὴ ἀναγέννηση ἀποτελεῖ ἕνα ὑπαρξιακὸ γεγονός, ἕνα μέγιστο θαῦμα, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἕνα νέο πρόσωπο.
Ἕνας διαπρεπὴς θεολόγος μὲ τὴ ρωμαλέα σκέψη του συνδέει τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ «ὡς παιδίου», ὅταν γράφει:
«οἱ λέξεις παιδίον καὶ Θεὸς εἶναι ἀποκαλυπτικὲς γιὰ τὸ μυστήριο τῶν Χριστουγέννων.
Κατὰ κάποιο τρόπο, εἶναι ἕνα μυστήριο ποὺ ἀπευθύνεται στὸ παιδὶ ποὺ συνεχίζει νὰ ζεῖ μυστικὰ μέσα στὸν κάθε ἐνήλικο, στὸ παιδὶ ποὺ συνεχίζει νὰ ἀκούει καὶ ποὺ ἀνταποκρίνεται μὲ μιὰ χαρά, ποὺ ὁ ἐνήλικος μέσα στὸν ὑπερώριμο, κουρασμένο καὶ κυνικὸ κόσμο ποὺ ζεῖ ἀδυνατεῖ νὰ νιώσει».
Ἄλλωστε ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιό Του μᾶς λέει: «Γένεσθε ὡς τὰ παιδία» (Ματθ. 18, 3).
Μὲ τὴ φράση Του αὐτὴ δὲν ὑπαινίσσεται μόνο τὴ χαμένη ἀθωότητα καὶ ἀνεξικακία, ἀλλὰ μᾶς παρακινεῖ νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι κάθε φορὰ ποὺ γινόμαστε σὰν τὰ παιδιά, ξαναγεννιόμαστε πνευματικὰ ἀφοῦ βρίσκουμε αὐτὸ ποὺ ἔχουμε χάσει, δηλαδὴ τὴ δυνατότητα νὰ παραδινόμαστε σὲ αὐτὸ ποὺ ἀγαπᾶμε καὶ ἐμπιστευόμαστε.
Ἔτσι μόνο ζοῦμε τὴν ὑπέρβαση, τὸ θαῦμα, τὸ μυστήριο.
Ἀδέλφια μου, τὸ σημαντικότερο ἀπ’ ὅλα δὲν εἶναι ἡ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἡ ἀναζήτηση τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ προσωπικὴ συνάντηση μαζί Του.
Τὴν κομματιασμένη εἰκόνα τοῦ κόσμου γύρω μας καὶ τὴν ἀμαυρωμένη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα μας ἦρθε νὰ συμμαζέψει καὶ νὰ ἀναπλάσσει ὁ «ἐν σπηλαίῳ γεννηθεὶς καὶ ἐν φάτνῃ ἀνακληθεὶς Κύριος».
Ἂν αὐτὸ μᾶς συγκλονίσει, θὰ ξαναγεννηθοῦμε μέσα μας, καὶ τότε μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε ὅτι θὰ ἀλλάξει καὶ ὁ κόσμος γύρω μας.
Καλὰ καὶ εὐλογημένα Χριστούγεννα!
Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»
«Πειραϊκὴ Ἐκκλησία
Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς
Ἔτος 22ο – Τεῦχος 243 – Δεκέμβριος 2012