Άγιος Δανιήλ ο Στυλίτης. Διά χειρός Ράλλη Κοψίδη.
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Τοσούτον δε ήτο ο Όσιος [ο Άγιος Δανιήλ ο Στυλίτης] εις το λέγειν λόγιος, όπου ωφελούντο πολύ οι ακούοντες ου μόνον οι πραείς, αλλά και οι άγριοι εταπεινούντο, και μετανοούντες τας αμαρτίας αυτών εσώζοντο, καθώς με το παρόν υπόδειγμα φαίνεται.
Ανδρείος τις από τους Γαλάτας Εδρανός ονομαζόμενος είχε και άλλους πολλούς συντρόφους και ενίκησε ως δυνατός πολλούς εις τον πόλεμον. Ο δε βασιλεύς έστειλε και τον επήρε, και καταπολλά τον ετίμησε διά να τον έχη εις τους πολέμους, και ποιήσας αυτόν εις τους ίππους κόμητα, ικανώς τον εφιλοδώρησεν.
Έπειτα τον έπεμψε χάριν ευλογίας εις τον Άγιον, όστις τον εδίδαξε τόσον επιτηδείως, όπου έγινε ο λύκος ήμερον πρόβατον, και ο πρώην φονεύς, και βάρβαρος, Χριστού μαθητής και φιλόσοφος, και γίνεται του Δανιήλ υποτακτικός θαυμάσιος, απαρνηθείς πάσαν κοσμικήν ματαιότητα.
Ου μόνον δε αυτός, αλλά και τους φίλους του όλους επαρακίνει πολλάκις, και τους εδίδασκε να μιμηθώσι την πράξιν του διά να κερδίσουν και αυτοί βασιλείαν ουράνιον. Από τους οποίους τον εμιμήθησαν δύο άλλοι, και έγιναν μοναχοί από τον Άγιον και μετωνονομάσθησαν Τίτος και Εδρανός, και προέκοπτον καταπολλά εις την άσκησιν.
Ο δε βασιλεύς ελυπήθη, και επάσχισε να τους εκβάλη από την γνώμην αυτήν, διά να τους έχη βοηθούς εις την ανάγκην, αλλά δεν ηδυνήθην. Όθεν και στανικώς του αφήκεν αυτούς, διά να μη λυπήση τον Άγιον.
Έμεινεν ουν [λοιπόν] ο μακάριος Τίτος, μιμούμενος εις τας αρετάς τον διδάσκαλον, και εξόχως εις την εις την νηστείαν, και θέλων να γνωρίση κατά αλήθειαν τι και πόσον έτρωγεν ο Άγιος, επαρακάθιζεν όλην την νύχτα οπίσω του στύλου περιεργαζόμενος, και ποιήσας ούτως επτά ημερονύκτια, δεν τον είδε να φάγη τίποτε, και θαυμάζων, εξωμολογήθη τον λογισμόν αυτόν, ερωτήσας τον Άγιον, να του ειπή κατά θεόν πνευματικά την αλήθειαν.
Ο δε απεκρίνατο· «τόσον μόνον τρώγω, και πίνω, όσον να μη αποθάνω από την πολλήν ασιτίαν, και κακοπάθειαν διότι δεν ζώμεν διά να τρυφώμεν [για να απολαμβάνωμεν], αλλά τρεφόμεθα ίνα ζώμεν».
Νουθετηθείς ουν ο μακάριος Τίτος από τον Όσιον, διήρχετο διαγωγήν θαυμάσιον, και έτρωγε μόνον όσον να ζη, ύπνον δε ελάμβανε πολύ ολίγον, και αυτόν, όχι κοιτόμενος, αλλά εδένετο από τας μασχάλας, και εκρέματο. Εις δε το στήθος είχεν βιβλίον επάνω εις σανίδιον, και ανεγίνωσκε έως να αποκοιμηθή, και τότε ελάμβανεν ολίγον ύπνον επάνω εις το σανίδιον την κεφαλήν κλίνων.
Ταύτα μαθών και ο βασιλεύς, οσάκις υπήγαινεν προς τον τον Άγιον, έβλεπε και αυτόν, και ελάμβανεν απ’ εκείνον πολλήν ωφέλειαν. Ούτως ουν πολιτευσάμενος, απήλθε προς Κύριον.
Ου μόνον δε αυτός εφύλαξε τόσην αρετήν, αλλά και εις από τους δούλους του ονόματι Ανατόλιος, και ζώντός του, και μετά την εκείνου μετάστασιν εφύλαττε τόσην αρετήν, όπου έκαμε και δώδεκα μαθητάς, και έγεινε εις όλους θαυμάσιος πολύ, και περιβόητος.
Απόσπασμα από τον «Μέγα Συναξαριστή» του Κωνσταντίνου Δουκάκης.