(10 Νοεμβρίου 2013)
Καταγραφὴ ἀπὸ τὸν π. Ἀντώνιο καὶ ἀπὸ τὴν κ. Μαλβίνα Παπαδάκη ἐξ Ἡρακλείου.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ: «Καλῶς ἤρθατε Γερόντισσα… Μακάρι νὰ μποροῦσα νὰ ἔρθω καὶ ἐγὼ στὸν δικό σας χώρο».
Ἡ Γερόντισσα συγκινημένη ζήτησε τὴν εὐχή του. Ἐκεῖνος ἀνασηκώθηκε καὶ ἀσπάσθηκε καὶ τὸ δικό της τὸ χέρι. Τοῦ παρέδωσε ἔπειτα ἐκείνη, τρεῖς εἰκόνες. Τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, τὸν ἅγιο Μηνᾶ καὶ τὸν ἀρχάγγελο Μιχαήλ.
Ἐκεῖνος τὶς ἀσπάσθηκε μὲ περισσὴ εὐλάβεια καὶ ζήτησε νὰ τοποθετηθοῦν πάνω ἀπὸ τὸ κρεβάτι του.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ: «Ὁ πανάγαθος Θεὸς μεταχειρίζεται πολλοὺς τρόπους νὰ μᾶς ἑλκύσει κοντά Του. Τὸν ἀγώνα αὐτὸν ποὺ διεξάγεται γιὰ τὴν ταύτιση τοῦ θελήματός μας μὲ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, δὲν τὸν γνωρίζουν παρὰ μόνο ὁ ἀγωνοθέτης Θεὸς καὶ οἱ ἀθλητὲς τοῦ Θεοῦ στὸ στάδιο τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἀσκήσεως…».
ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ: «Ἔτσι εἶναι Γέροντα.. Καὶ ὅποιος κλαίει τὶς ἁμαρτίες του ἔχει καὶ παρηγοριές. Ἐκεῖνο τὸ Φῶς… Μέσα σ’ αὐτὸ βλέπουμε μόνο τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Τὰ ἄλλα πρόσωπα τὰ βλέπουμε ὡς Φῶς. Ὄχι μὲ τὰ φυσικὰ μάτια. Μὲ τὰ κυάλια τῆς καρδιᾶς».
ΓΕΡΟΝΤΑΣ: «Ναὶ Γερόντισσα. Ἐν τῷ ἐνανθρωπίσαντι Λόγω” βλέπουμε καὶ τὸν ἄναρχο Πατέρα καὶ τὸ Συναΐδιο Πνεῦμα. Δὲν μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ τρεῖς θεοὺς ἀλλὰ γιὰ μία θεότητα, παρὰ τὸ ὅτι εἶναι τρία τὰ πρόσωπα. Τρίφωτος Θεαρχία. Ἔχουν τὰ πάντα κοινὰ πλὴν τοῦ τρόπου ὑπάρξεως. Ὁ Πατὴρ ἀγέννητος, ὁ Υἱὸς ἀεὶ γεννᾶται ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἐκπορεύεται παρὰ τοῦ Πατρός. Κατὰ τὰ ἄλλα, κοινὴ οὐσία, κοινὴ ἐνέργεια, κοινὴ θέληση».
ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ: «Γέροντα τὸ βλέπουμε ἀλλὰ δὲν ἐξηγοῦμε πράμα. Τίποτα δὲν μπορεῖς νὰ πεῖς. Μυστήριο φοβερό. Μοῦ φαίνεται ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ποὺ ἐπιφοιτᾷ στοὺς ταπεινοὺς καὶ μετανοοῦντες, αὐτὸ μᾶς ὁδηγεῖ στὸν Χριστὸ καὶ ὁ Χριστὸς στὸν Πατέρα».
ΓΕΡΟΝΤΑΣ: «Πολὺ καλὰ τὰ λέτε… Ἡ μετάνοια, ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν καὶ ἡ εὐχή. Καὶ φυσικὰ τὸ ὀρθόδοξο βάπτισμα καὶ χρίσμα ποὺ μᾶς δίνει τὴ δυνατότητα νὰ ὑπερβοῦμε τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Καὶ ἡ Θεία Κοινωνία ἐπιφέρει τὴν πλήρη ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὸν καθιστᾶ ἐντός μας, πηγὴ ἀνεξάντλητη».
ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ: «Τὸ νὰ ξέρεις πὼς εἶναι ὁ γαλαζόλευκος Παράδεισος σὲ κάνει νὰ αἰσθάνεσαι ἐδῶ ζῶο ποὺ πρέπει νὰ φᾶς, νὰ κοιμηθεῖς, νὰ κάνεις ὅλα τὰ ἀνθρώπινα».
ΓΕΡΟΝΤΑΣ: «Ἔτσι εἶναι! Τώρα βλέπω κι ἐγὼ τὸ Φῶς γαλάζιο! Στὴν πυκνότητά του! Ὅπως ἐσεῖς! Ἀρχικὰ ἐξερχόταν ἀπὸ τὴ ρωγμὴ τὴν τριχοειδῆ τῆς καρδίας ἄχρωμο, ὑπόλευκο θα ‘λεγα καὶ μαρτυροῦσε ὅτι ἦταν ὁ Θεός. Τόσο κοντά μας. Ἔνδοθεν ἐξήρχετο. Εἶχε πηγὴ τὸ νοερὸ ἐκκλησάκι τῆς βαθείας καρδίας ὅπου ἡ φλόγα τοῦ Ἁγίου Χρίσματος».
Μετὰ ἀπὸ λίγο ἀλληλοασπάσθηκαν καὶ πάλιν καὶ φίλησαν τὰ χέρια ἑκατέρωθεν. Εὐχήθηκαν ὁ ἕνας στὸν ἄλλο καὶ ἡ Γερόντισσα ἀπεχώρησε.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ἡ ὁσία γερόντισσα Γαλακτία τῆς Κρήτης», Ἐκδόσεις Θεοµόρφου, σελ. 122-124
Συντάκτης













