Βαρὺν ἀγέρα ἀνασαίνουμε οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι. Ὅλη ἡ οἰκουμένη βρίσκεται σὲ ταραχὴ καὶ ἀκαταστασία, ὁ ἕνας φοβερίζει τὸν ἄλλον καὶ τρίζει τὰ δόντια του μὴν τύχει καὶ χάσει τὴν ψεύτικη εὐτυχία του καὶ τὴ σαρκικὴ καλοπέραση. Ἀπελπισία καὶ ἀγωνία πνίγει ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, ποὺ μὲ κάνει νὰ θυμηθῶ τὰ παρακάτω λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Καὶ ἔσται σημεῖα ἐν ἡλίῳ καὶ σελήνη καὶ ἄστροις καὶ ἐπὶ τῆς γῆς συνοχὴ ἐθνῶν ἐν ἀπορίᾳ ἠχούσης θαλάσσης καὶ σάλου, ἀποψυχούντων ἀνθρώπων ἀπὸ φόβου καὶ προσδοκίας τῶν ἐπερχομένων τὴ οἰκουμένη».
Τὰ ἔθνη λέγει θὰ βρίσκονται σὲ ἀπορία τί θὰ ἀπογίνουν, κι οἱ ἄνθρωποι θὰ ξεψυχᾶνε ἀπὸ τὸν φόβο τους κι ἀπὸ τὴν ἀνησυχία ποὺ θά ’χουνε τί βάσανα καὶ τί καταστροφὴ ἔρχουνται καταπάνω στὴν οἰκουμένη. Λέγει δηλαδὴ ὁ Κύριος αὐτὸ ποὺ βλέπουμε σήμερα.
Ἄκουσε καὶ τὰ παρακάτω λόγια τῆς προφητείας: «Καὶ θὰ κλάψουνε γι’ αὐτὴ τὴν πόρνη (ἀναφέρεται στὴν Βαβυλῶνα τῆς ἁμαρτίας, δηλαδὴ τὴν Ἀμερικὴ καὶ τὸ Χόλλυγουντ) οἱ βασιλεῖς (οἱ ἰσχυροὶ) τῆς γῆς ποὺ πορνέψανε καὶ ὀργιάσανε μαζί της, στεκόμενοι ἀπὸ μακριὰ καὶ κοιτάζοντας μὲ φόβο τὸ βάσανό τους καὶ φωνάζοντας: Ἀλλοίμονο, ἀλλοίμονο! Ὦ πάμπλουτη πολιτεία, μέσα σὲ μιὰ ὥρα ἔφταξε ἡ κρίση σου!.. Ὁ καρπὸς τῆς ἐπιθυμίας τῆς ψυχῆς σου χάθηκε καὶ ὅλα τὰ πλούσια καὶ λαμπερὰ φύγανε ἀπὸ σένα.
Οἱ ἔμποροι ποὺ ἐμπορευόντανε τὰ πλούτη σου καὶ πλουτίσανε ἀπὸ σένα, ἀπὸ μακριὰ θὰ σταθοῦνε καὶ θὰ βλέπουνε νὰ καίγεσαι κλαίγοντας καὶ δερνόμενοι καὶ λέγοντας: Ἀλλοίμονο, ἡ πλούσια πολιτεία ποὺ ἤτανε στολισμένη μὲ μεταξωτὰ καὶ μὲ πολύτιμα πετράδια, μέσα σὲ μιὰ ὥρα ρήμαξε καὶ χαθήκανε τὰ πλούτη της!».
Ὡστόσο, τὰ προμηνύματα ποὺ δείχνουνε πὼς ὁ κόσμος κατρακυλᾶ στὸν γκρεμνὸ μὲ μιὰ γρηγοράδα φριχτή, ἀντὶ νὰ μᾶς κάνουμε νὰ μετανοήσουμε, μᾶς κάνουνε πιὸ ἄπιστους. Σὲ καιρὸ ποὺ τρέμουμε ἀπὸ τὸν φόβο μας, βρίζουμε τὸν Θεό. Τὸν Θεὸ δὲν τὸν λογαριάζουμε πιὰ ὁλότελα, γιατί κάναμε κάποιες μηχανὲς νὰ πετάξουμε στ’ ἄστρα καὶ δὲν βλέπουμε πὼς κατάντησε ἡ γῆ κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος.
Ὅσο πιὸ σκληρὰ πέφτει ἀπάνω μας τὸ ραβδὶ ποὺ κρατᾶ τὸ ἀόρατο χέρι, τόσο ἐμεῖς βουλιάζουμε στὴν ἁμαρτία, κατὰ τὰ λόγια ποὺ λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη: «Σας ἔδειρα καὶ δὲν πονέσατε». Ὅσο πληθαίνουνε τὰ σημεῖα ποὺ δείχνουν πὼς ἔρχεται ἡ τιμωρία, τόσο μεγαλώνει τὸ πεῖσμα καὶ ἡ ἀναισθησία μας. Τὸ μέγα πορνοστάσιο τῆς οἰκουμένης καίγεται καὶ δὲν θ’ ἀπομείνει μηδὲ στάχτη, γιὰ νὰ καθαριστεῖ μὲ τὴ φωτιὰ ἡ βρῶμα τῆς ἀσέλγειας. Ὕστερα ἀπὸ τόσα φοβερὰ προμηνύματα οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀλλάζουνε τὸν πονηρὸ δρόμο τους. Δὲν ἀλλάζουν, γιατί δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, γιατί εἶναι ἄθεοι. Τὸ σκοτάδι τῆς ἀπιστίας πλακώνει τὸν κόσμο καὶ κάνει τοὺς ἀνθρώπους κτήνη ἀναίσθητα.
Ἡ μεγαλύτερη ἀπιστία δέρνει τοὺς νέους. Στὴν ἀρχή τους τρώγει τὸ σαράκι τῆς ἀμφιβολίας, ποὺ τὸ θρέφουνε οἱ ἀδιάκοπες καυχησιὲς τῆς ἐπιστήμης, ποὺ φανερώνει μὲ τυμπανοκρουσίες πὼς ἐξουσιάζει τὸν κόσμο καὶ πὼς αὐτὴ εἶναι Θεὸς παντοδύναμος. Τὴν ἀμφιβολία στὶς ψυχὲς τῶν νέων τὴ δυναμώνουνε καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς θρησκείας, κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, μὲ τὶς χλιαρὲς διδασκαλίες τους καὶ μὲ τὴ ζωή τους, ποὺ δείχνει πὼς κατὰ βάθος πολλοὶ λίγοι ἀπ’ αὐτοὺς ἔχουνε μέσα στὴν καρδιά τους τὴν ἀληθινὴ φωτιὰ τῆς πίστης καὶ πὼς μ’ ὅλα ποὺ λένε «οὐκ ἐπιζητοῦσι την μέλλουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μένουσαν». Ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία, καταντᾶνε στὴν ἀθεΐα.
Ἡ ἐπιστήμη πονήρεψε τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἔμαθε νὰ ζητοῦν ἀποδείξεις γιὰ κάθε πρᾶγμα. Πράγματα ποὺ δὲν βλέπονται καὶ δὲν ἀκούγονται, μ’ ἕναν λόγο ποὺ δὲν παίρνουνε εἴδηση οἱ αἰσθήσεις, τέτοια πράγματα πὼς μπορεῖ νὰ τὰ ἐλέγξει ἡ ἐπιστήμη καὶ ν’ ἀποδείξει πὼς ὑπάρχουν;
Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο μυστήριο ποὺ δὲν θὰ τὸ πάρουνε εἴδηση ποτὲ οἱ σπουδαῖοι καὶ οἱ τετραπέρατοι τοῦ κόσμου τούτου, ἐπειδὴ τοὺς τυφλώνει ἡ περηφάνεια. Ὁ Θεὸς δὲν βρίσκεται μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ νιώθεται μὲ τὴν καρδιά. Ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ ἐπίγεια γνώση δὲν ἔχουνε καμιὰ σχέση μὲ τὴν καρδιά. Μὲ τὴν πίστη μαθαίνουμε ἐκεῖνα τὰ ἀκατανόητα κι ὄχι μὲ τὴν ἐξέταση καὶ μὲ τὴ δύναμη τῆς γνώσης. Γιὰ τὴν ἴδια αἰτία εἶπε ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητές του: «Τὰ δικά σας τὰ μάτια εἶναι καλότυχα, γιατί βλέπουνε, καὶ τ’ αὐτιά σας τὸ ἴδιο, γιατί ἀκοῦνε. Σᾶς λέγω ἀληθινὰ πὼς πολλοὶ σπουδαῖοι καὶ σοφοὶ ἄνθρωποι ἐπιθυμήσανε νὰ δοῦνε αὐτὰ ποὺ βλέπετε καὶ δὲν τὰ εἴδανε, καὶ ν’ ἀκούσουνε καὶ δὲν τ’ ἀκούσανε».
Τέτοια ἀθάνατα καὶ φρικτὰ νοήματα πῶς νὰ τὰ νιώσει ὁ ἄνθρωπος, ποὺ κάνει μηχανὲς γιὰ νὰ πετάξει, μὴ νιώθοντας πὼς στ’ ἀλήθεια στὰ πνευματικὰ εἶναι χελώνα καὶ σκουλήκι κολλημένο στὴ λάσπη τῆς ὕλης; Αὐτὸς εἶναι ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ποὺ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ πιστέψει στὸν Θεὸ παραζαλισμένος ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία του καὶ νομίζοντας πὼς τὰ ξέρει ὅλα, ἐνῷ δὲν ξέρει τίποτα ἀπὸ τὴν παραμέσα οὐσία τοῦ κόσμου κι ἀπὸ τὰ βαθιὰ μυστήριά της, ποὺ εἶναι ἀκατανόητα γιὰ τὸ μυαλό του.
Ἂν διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν θὰ καταλάβαινε τίποτα ἀπὸ τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν νέο ποὺ ἤθελε νὰ πάγει νὰ θάψει τὸν πατέρα του: «Ἄφες τοὺς νεκροὺς θάπτειν τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς». Δὲν θὰ καταλάβαινε, γιατί τάχα εἶπε ὁ Χριστὸς πὼς οἱ ἄνθρωποι ποὺ ζοῦνε μὲ τὸν τρόπο ποὺ ζεῖ αὐτός, δηλαδὴ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, εἶναι πεθαμένοι ποὺ θαρροῦν πὼς ζοῦνε. Ἀκόμα δὲν θὰ καταλάβαινε τὰ λόγια τὸ ἁγίου Κυρίλλου ποὺ λέγει: «Θάνατος δὲν εἶναι ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸν Θεό. Μήτε τὰ παρακάτω λόγια ἑνὸς ἄλλου ἁγίου ποὺ λέγει: «Ὅποιος δὲν ζεῖ καὶ δὲν αἰσθάνεται πνευματικά, εἶναι πεθαμένος».
Ἀποσπάσματα καὶ ἐπιλεγμένες φράσεις ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Φώτη Κόντογλου «Μυστικὰ ἄνθη», ἐκδόσεις Παπαδημητρίου.
Θαυμαστὴ πληροφορία ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἐφραὶμ τὸν Θαυματουργό!
Ὁ Φώτης Κόντογλου γεννήθηκε στὸ Ἀϊβαλὶ (Κυδωνίες) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὶς 8 Νοεμβρίου 1895 καὶ πέθανε στὴν Ἀθήνα στὶς 13 Ἰουλίου 1965. (Μετὰ τὴν ἐκταφῇ του ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ὀστῶν του ἔγινε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Ἐφραὶμ Νέας Μάκρης). Τὸ παρακάτω περιστατικὸ ἀναφέρεται στὶς τελευταῖες τοῦ στιγμὲς στὸ νοσοκομεῖο καὶ τὴν θαυμαστὴ πληροφορία ποὺ εἶχε ἡ γυναῖκα του ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἐφραὶμ τὸν θαυματουργό.
-Περνοῦσε δύσκολες ἡμέρες στὸ νοσοκομεῖο ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου, καὶ ἡ γυναῖκα του Μαρία Κόντογλου, ἦταν γονατιστὴ καὶ προσευχόταν γιὰ τὴν θεραπεία του, ἐπικαλούμενη τὸν Μεγάλο μας Ἅγιο Ἐφραίμ. Ἂς μὴν ξεχνᾶμε, ὅτι ἡ ἁγιασμένη χεῖρα τοῦ χαρισματούχου ἁγιογράφου, εἶχε φιλοτεχνήσει τὴν πρώτη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου μας! Ἡ Μαρία Κόντογλου περίμενε λοιπὸν ἀπὸ τὸν Ἅγιο κάτι. Καὶ τί μεγαλύτερη βοήθεια θὰ μποροῦσε νὰ βρεῖ ἀπ’ αὐτή, τὸ νὰ δεῖ ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ὥρα ποὺ προσηύχετο, τὴν ψυχὴ τοῦ Φώτη Κόντογλου νὰ τὴν κρατᾶ ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, καὶ μέσα σὲ τόση δόξα νὰ τὴν ὁδηγεῖ στὸν Οὐρανό! Παραξενεύτηκε βλέποντας ὅλα αὐτά! Τί τάχα νὰ σήμαιναν; Κείνη τὴν ὥρα λοιπὸν διέλυσε τὴν ἀπορία της κάποιο τηλεφώνημα ἀπὸ τὸ νοσοκομεῖο, ποὺ τῆς ἀνακοίνωνε ὅτι ὁ ἄνδρας της πέταξε ἀνάλαφρα στὸν Οὐρανό! Ὁ Ἅγιος ἦταν στ’ ἀλήθεια ὁ συνοδός του!
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ὀπτασίαι καὶ Θαύματα τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἐφραὶμ τοῦ Θαυματουργοῦ» – Γ’ τόμος (Ἔκδοση Ι.Μ. Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου – Ὅρος Ἀμώμων Ἀττικῆς).
Ἅγιοι τὸν ἐπισκέφθηκαν γιὰ ν’ ἀποδώσει καλύτερα τὴ μορφή τους!
Τὸ 1960, ἀνέλαβε νὰ καταγράψει, ἀφιλοκερδῶς, ὅλα ὅσα θαυμαστὰ συνέβαιναν στὸν αἱματοβαμμένο Λόφο των Καρυῶν Θερμῆς Λέσβου. Ἔγραψε τὸ βιβλίο “ΣΗΜΕΙΟΝ ΜΕΓΑ” καὶ φιλοτέχνησε τὴν εἰκόνα τῶν Ἁγίων Ραφαὴλ καὶ Νικολάου ποὺ μεταφέρθηκε στὴν Λέσβο κατὰ τὴν πρώτη ἐπίσημη τελετή. Ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ καὶ Νικόλαος τὸν ἐπισκέφθηκαν ὅταν φιλοτεχνοῦσε τὴν εἰκόνα τους γιὰ ν’ ἀποδώσει καλύτερα τὴ μορφή τους!
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ» Φώτη Κόντογλου, ἐκδ. Παπαδημητρίου.
Συντάκτης














