Τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ν’ ἀναπολοῦμε συνέχεια, νὰ τὴ ζοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καὶ αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θὰ μᾶς δώσει κουράγιο στὴ ζωή, νὰ τὴν ἀντιμετωπίζουμε μὲ εὐκολία.
Ὅταν νοιώθει ἕνας ἄνθρωπος ὅτι ἕνας μεγάλος ἄρχοντας τὸν ἀγαπᾶ, ὅταν νοιώθει ὅτι τὸν προστατεύει, ὅτι τὸν βοηθᾶ, ὅτι ἔχει ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ τὴν ὑποστήριξή του, περπατᾶ στὸ δρόμο μὲ ἄνεση καὶ ἀσφάλεια. Καὶ καλλωπίζεται καὶ ὀμορφαίνει, ὅτι ὁ ἄρχοντας εἶναι δικός του. Ἐὰν ἔτσι σκέφτεται ἕνας ἄνθρωπος γιὰ ἕναν ἄνθρωπο μεγάλο, πόσο πρέπει ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ὅταν πιστεύουμε ἀπόλυτα, ἀκράδαντα καὶ ἀμετάκλητα, ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς εἶναι ὁ Θεός μας, εἶναι Αὐτὸς ποὺ σταυρώθηκε, αὐτὸς ποὺ εἶναι ὁ Μεσίτης μεταξὺ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Νὰ δώσουμε ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Χριστό μας τὴν καρδιά μας. Εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. Αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀγάπησε μὲ τέλεια ἀγάπη. Κανένας δὲν μᾶς ἀγαπᾶ ὅπως ὁ Χριστός.
Ἀπόδειξη ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Χριστὸς εἶναι ὅτι, ὅταν μετανοήσει ἕνας ἄνθρωπος, δίνει τὸ σῆμα στὰ ἀγγελικὰ τάγματα νὰ πανηγυρίσουν. «Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λούκ. 5:10). Μόνον νὰ σκεφθοῦμε ὅτι ἡ χαρὰ τῶν ἀγγέλων εἶναι, ὅταν ἀκούσουν, ὅταν πληροφορηθοῦν, ὅτι κάποιος μεγάλος ἁμαρτωλὸς μετάνοιωσε καὶ γύρισε στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἡ χαρά τους εἶναι ἀνέκφραστη! Τόση εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν ἀγγέλων σὲ μᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς! Σκεφτεῖτε τὴν χαρὰ τοῦ ἀγγέλου ποὺ ἐτάχθη ἀπὸ τὸ ἱερὸ Βάπτισμα νὰ φυλάττει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, ποὺ δὲν τὸν ἐγκατέλειψε ποτέ. Βέβαια ἀπομακρυσμένο γιὰ τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ οὐδέποτε τὸν ἔχει ἐγκαταλείψει. Πάντα προσεύχεται ὁ ἄγγελος, ὁ φύλακας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ παρακαλεῖ τὸν Θεό.
Ὅπως βλέπουμε πάλι στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο μὲ τὴν συκῆ ποὺ δὲν ἔκανε καρπό, καὶ ἔρχεται ὁ ἀμπελουργὸς καὶ λέει στὸν ὑπηρέτη:
«Ἔρχομαι κάθε χρόνο καὶ δὲν βρίσκω καρπό, κόψτε την νὰ φυτέψουμε τίποτε ἄλλο».
Καὶ ὁ ὑπηρέτης λέγει:
«Ἄφησὲ τὴν καὶ αὐτὸ τὸ χρόνο, θὰ βάλω κοπριά, θὰ σκάψω, θὰ ποτίσω, καὶ ἴσως καρπίσει».
«Θὰ περιμένω», εἶπε τὸ ἀφεντικὸ πάλι. Ἔτσι κι ὁ ἄγγελος ὁ φύλακας. Φαίνεται πολλὲς φορές, φτάνει τὸ δρεπάνι τοῦ θανάτου, νὰ θερίσει τὸν ἄνθρωπο τὸν ἁμαρτωλό, γιὰ τὴν ἁμαρτία, καὶ ὁ ἄγγελος νὰ παρακαλεῖ καὶ νὰ λέει:
«Κύριε, ἄφησε αὐτὴ τὴν ψυχή, δῶσε της χρόνο, ἴσως νὰ μετανοήσει, ἴσως ἐπιστρέψει, ἴσως ἀναγνωρίσει τὸ λάθος καὶ γυρίσει κοντά Σου».
Καὶ περιμένει ὁ Θεός. Αὐτὸ φανερώνει ἀγάπη ἀγγέλου πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἂν ὁ ἄνθρωπος βρωμάει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὁ ἄγγελος ἀκολουθεῖ ἀπὸ κοντά.
Ὅπως ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὴν ἔρημο σὲ μία πολιτεία. Κατέβηκε γιὰ λόγο πνευματικό. Εἶδε ἕνα νεαρὸ ἔξω ἀπὸ μία αὐλὴ νὰ κάθεται νὰ κλαίει. Κατάλαβε ὅτι εἶναι ἄγγελος Θεοῦ καὶ τοῦ λέει:
«Πιστεύω ὅτι δὲν εἶσαι ἄνθρωπος, ὅτι εἶσαι ἄγγελος Θεοῦ. Ἐφόσον εἶσαι ἄγγελος, γιατί κλαῖς;»
«Δὲν εἶμαι ἄνθρωπος καθὼς τὸ ἐννόησες, εἶμαι ἄγγελος, εἶμαι φύλακας τῆς ψυχῆς ἑνὸς ἀνθρώπου, ἑνὸς Χριστιανοῦ. Κάθομαι καὶ κλαίω γιατί ὁ ἄνθρωπος, ποὺ μοῦ δόθηκε νὰ φυλάξω, αὐτὴ τὴν στιγμὴ ἁμαρτάνει μέσα σ’ αὐτὸ τὸ σπίτι καὶ τὸν περιμένω ἐδῶ γιὰ νὰ συνεχίσω τὴν προστασία, κλαίγοντας καὶ παρακαλῶντας τὸν Θεὸ νὰ τὸν συγχωρήσει, νὰ τὸν φωτίσει νὰ μὴν ξαναπράξει αὐτὸ τὸ ἁμάρτημα».
Καὶ θαύμασε ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ τὴν ἀγάπη τοῦ ἀγγέλου πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Γι’ αὐτὸ τὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων, ποὺ δὲν ἔχουν ἀριθμό, ὅλα αὐτὰ πανηγυρίζουν στὴν ἐπιστροφὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου.
Βλέπετε τί Θεὸ ἔχουμε; Βλέπετε τί Χριστὸ ἔχουμε; Καὶ τί μεγάλη ἐλπίδα πρέπει νὰ ἔχουμε σ’ αὐτὴ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀγγέλων; Γι’ αὐτὸ ἂς μὴν ἀπελπιζόμαστε, ἂς μὴ χάνουμε τὸ θάρρος, ἀλλὰ μετὰ παρρησίας νὰ εὐχόμαστε στὸν Θρόνο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ζητῶντας ἔλεος καὶ συγνώμη, ὄχι μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ γιὰ κάθε ἄνθρωπο πάνω στὴν γῆ.
Διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι πλάσματα τοῦ Θεοῦ, γιὰ ὅλους σταυρώθηκε ὁ Χριστός.
Ἀλλὰ ἔχουμε καὶ τὰ πλανεμένα πρόβατα, ποὺ πρέπει καὶ αὐτὰ νὰ ἐπιστρέψουν καὶ χρήζουν προσευχῆς. Ποιοί θὰ προσευχηθοῦν γι’ αὐτὰ τὰ πλάσματα; Θὰ προσευχηθοῦν αὐτοὶ ποὺ δέχτηκαν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἐλεηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχουν τὴν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ. Εἴμαστε ὑπόχρεοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νὰ προσευχόμαστε γιὰ κάθε ἄνθρωπο.
Δὲν εἶναι ἁμαρτία μόνο αὐτὸ ποὺ κάνουμε σὰν ἁμαρτία, τὴν παράβαση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἁμαρτία εἶναι καὶ ὅταν δὲν προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, γιατί δὲν ἐκπληρώνουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς κάθε ψυχή. Ἐνῷ ὁ Χριστὸς ἀγαπᾶ ὅλο τὸν κόσμο καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο σταυρώθηκε, ἐμεῖς προσευχόμαστε μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ γιὰ τοὺς δικούς μας καὶ ἴσως ξεχνοῦμε ὅλους τοὺς ἄλλους. Ἀλλὰ ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι ξεχασμένοι ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Νὰ γονατίζουμε, νὰ σηκώνουμε τὰ χέρια μας καὶ νὰ κάνουμε θερμοτάτη προσευχὴ γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Καὶ δὲν ξέρουμε οἱ προσευχὲς τί δύναμη ἔχουν. Ἔρχονται ἄνθρωποι στὴ μετάνοια, δὲν τοὺς εἶπε κανεὶς γιὰ μετάνοια καὶ ἐπιστροφή, κάτι συμβαίνει στὴ ζωὴ καὶ γυρίζει ὁ ἄνθρωπος καὶ ἐπιστρέφει. Κάποια προσευχὴ ἔπιασε.
Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ ἐκφράζουμε τὴν ἀγάπη μας. Νὰ γινόμαστε ἐλάχιστες εἰκόνες καὶ ἀντίτυπα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν πλησίον. Ἂς δώσουμε τιμὴ καὶ δόξα στὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Δόξα στὴν φιλανθρωπία Σου, Κύριε, τὴν ὁποία ἅπλωσες τόσο ἀπειροπλούσια πάνω στὴν γῆ καὶ κάλυψες μὲ τὴ δόξα Σου καὶ μὲ τὴ συγνώμη Σου τὰ ἁμαρτήματα τῆς ἀνθρωπότητος. Ἀμήν.
Ἀπὸ τὸ περιοδικὸ “Ὅσιος Φιλόθεος τῆς Πάρου” 6, Ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη 2002, ἄρθρο “Περὶ ἀγάπης καὶ εὐσπλαχνίας Θεοῦ”, σελ. 137 (ἀπόσπασμα).
Συντάκτης














