Γράφει ὁ Διονύσης Μακρής
“Μόδα ἔγιναν οἱ τελετὲς μαγείας στὰ σχολεῖα τῆς χώρας. Μαθητὲς καὶ μαθήτριες παρασύρονται στὰ δίκτυα τοῦ Ἀντιδίκου καὶ συμμετέχουν σὲ τελετὲς ποὺ τοὺς ἀφήνουν κουσούρια γιὰ ὅλη τους τὴ ζωή. Ἐκμεταλλευόμενος ὁ Ἀντίδικος τὴν ἀπουσία ὀρθῆς κατήχησης στὰ παιδιὰ ἀλλὰ καὶ τοὺς γονεῖς εἰσχωρεῖ ἀπὸ παράθυρα καὶ πόρτες ποὺ ἀφήνει ἡ μουσική, οἱ κινηματογραφικὲς ταινίες, ἡ νεανικὴ περιέργεια καὶ ἡ ἱκανοποίηση παθῶν. Θυμόσαστε τὰ καημένα ἐκεῖνα παιδιὰ ποὺ ὁ Ἀντίδικος τὰ ἔσπρωξε νὰ δολοφονήσουν ἀθώους ἀνθρώπους, στὴν Ἀττική. Τὸ ἔργο ἐκεῖνο τὸ συνεχίζει ἀκάθεκτα καὶ κανεὶς δυστυχῶς δὲν ἐνδιαφέρεται. Καταστρέφεται ἡ νεολαία μας…”, εἶπε ὁ γέροντας τῶν Ἀγράφων, ὁ παππούλης μας ὁ π. Παναγιώτης σὲ μία ἐπίσκεψή μας στὸ σπίτι του στὴν Ἀλίαρτο.
Ἦταν ἔκδηλα συγκινημένος καὶ μὲ δυσκολία ἔκρυψε ἕνα δάκρυ του ποὺ κύλησε ἀπὸ τὰ μάτια του. Εἴχαμε μεταβεῖ στὴν Ἀλίαρτο μὲ τὴ σύζυγό μου καὶ κάποιο μακρινὸ συγγενικό μας πρόσωπο, ποὺ μόλις εἶχε τελειώσει τὸ Λύκειο!
Μὲ τὴ διακριτικὴ ματιά του ὁ παππούλης κοιτοῦσε τὸ συγγενικὸ αὐτὸ πρόσωπο, ποὺ ἔβλεπε γιὰ πρώτη φορά. Ξαφνιάστηκα ἀπὸ τὴν εἰσαγωγὴ αὐτὴ ποὺ ἀκολούθησε ἀμέσως μετὰ τὸ καλωσόρισμα καὶ ἀρχικὰ πίστεψα πὼς ὁ παππούλης θὰ ἦταν ἐπηρεασμένος ἀπὸ κάτι ποὺ θὰ διάβασε ἢ θὰ ἄκουσε. Κι γι’ αὐτὸ προτίμησα νὰ σιωπήσω. Ἡ κυρὰ Σταυρούλα, ἡ πρεσβυτέρα τοῦ ἔφυγε διακριτικὰ προκειμένου νὰ μᾶς προσφέρει τὸ καθιερωμένο καφεδάκι. Ὁ γέροντας ἀφοῦ μὲ κοίταξε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ μὲ τὸ διεισδυτικὸ βλέμμα του ἄρχισε νὰ ἐξιστορεῖ ἕνα γεγονὸς ποὺ δῆθεν τοῦ μετέφερε ἐξομολογητικὰ ἕνας νεαρὸς μαθητὴς Λυκείου.
“Ἦταν τρία νέα παιδιά, μαθητὲς ποὺ πηγαίναν στὸ ἴδιο σχολεῖο στὴ Θεσσαλονίκη” εἶπε κοιτάζοντας ἔντονα τὸ συγγενικό μας πρόσωπο. Ὄχι, ὄχι ἀπὸ τὴν Κοζάνη ἦταν αὐτὰ τὰ παιδιά. Μάλιστα ἕνα ἐξ αὐτῶν ἦταν γιὸς παπᾶ. Ἀπὸ περιέργεια τὸ καημένο αὐτὸ παιδὶ ἀγόρασε ἕνα σατανικὸ βιβλίο ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ μάγοι καὶ τὰ διάφορα ὄργανα τοῦ Ἀντιδίκου, μέντιουμ, χαρτορίχτρες, μασῶνοι… Δαιμονίστηκε καὶ ὁ πονηρὸς τοῦ πρόσφερε ὅτι ζητοῦσε προκειμένου νὰ τὸν καταστήσει τυφλὸ ὄργανό του. Ἐκμεταλλευόμενος τὶς νεανικὲς ὁρμὲς καὶ τὰ πάθη του ὁδηγοῦσε κοντά του γυναῖκες μεγαλύτερης ἡλικίας μὲ τὶς ὁποῖες συνευρισκόταν ἐρωτικὰ ἐνῷ κάλλιστα θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι ἡ μητέρα του. Καυχιόταν μάλιστα γιὰ τὶς ἐπιδόσεις του αὐτὲς στούς ‘κολλητούς’, ὅπως συνηθίζουν νὰ λένε τὰ παιδιὰ τοὺς φίλους τους. “Νά, τοὺς ἔλεγε, βλέπετε ἐκείνη τὴν κοπέλα ποὺ περνάει ἀπέναντι; Τὸ βράδυ θὰ εἶμαι μαζί της…” Κι ἔτρεχε καὶ τῆς μιλοῦσε κι ἐκείνη ἀμέσως ἀνταποκρινόταν. Ἀπέκτησε πολὺ γρήγορα ἂν καὶ ἀνήλικος τὴ φήμη τοῦ γυναικᾶ.
Οἱ φίλοι του τὸν ρωτοῦσαν ποιὸ εἶναι τὸ μυστικὸ καὶ καταφέρνει νὰ φέρνει κοντά του γυναῖκες πολὺ μεγαλύτερές του. Ἀκόμη καὶ δύο καθηγήτριες τοῦ σχολείου ποὺ φοιτοῦσε εἶχαν πέσει στὰ δίκτυα του.
Ἐκεῖνος ὑποκινούμενος ἀπὸ τὸν Σατανᾶ ἀρνιόταν νὰ τοὺς πεῖ πῶς ‘ἔριχνε’ τὶς γυναῖκες! Ἔτσι αὐξανόταν ἡ νεανικὴ περιέργεια τῶν φίλων του. Μάλιστα ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ ξαπλώσει στὸ ἴδιο κρεβάτι μὲ τὴ μάνα ἑνὸς ἀπὸ τοὺς κολλητούς του φίλους γιὰ νὰ τοῦ δείξει τὴ δύναμη ποὺ εἶχε ἀποκτήσει. Τὸ παιδὶ τότε τὸν ἀπείλησε πὼς ἂν δὲν τοὺς ἀποκαλύψει τὸ μυστικό του θὰ ἀποκαλύψει σὲ ὅλο τὸ σχολεῖο τὴ σατανικὴ δράση του. Τότε ἐκεῖνος τοὺς εἶπε πὼς θὰ γνωρίσουν ποιός τοῦ δίνει δύναμη ἐὰν μεταβοῦν μετὰ τὰ μεσάνυκτα στὸ χῶρο τοῦ σχολείου. Τοὺς εἶπε ὅμως πὼς μόνο ὅταν φορέσουν γυναικεῖο καλτσὸν καὶ δὲν φοροῦν τίποτε ἄλλο θὰ τοὺς ἀποκαλυφθεῖ… “Εἶναι ὅρος τοῦ Μεγάλου (ἔτσι ὀνομάτιζε τὸν Σατανᾶ) γιὰ νὰ τὸν γνωρίσετε” τοὺς εἶπε.
Πράγματι ἕνα βράδυ τὰ παιδιὰ πήδησαν τὴ μάνδρα τοῦ σχολείου φορῶντας ὡς ἔνδυμα μόνο ἕνα καλτσόν. Ὁ δαιμονισμένος φίλος τους τοὺς εἶπε ἀρχικὰ νὰ γράψουν χαρτάκια μὲ γράμματα τῆς ἀλφαβήτου, τὰ ὁποῖα σύνδεε μὲ τὰ μάτια του καὶ δημιουργοῦσε διάφορες προτάσεις μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἀντιδίκου ποὺ ἀφοροῦσαν τὴ ζωὴ τῶν δύο φίλων του. Τὰ παιδιὰ φοβήθηκαν. Ἐκεῖνος τοὺς ἔγνεψε νὰ μὴν φοβοῦνται καὶ τοὺς πρότεινε νὰ ζητήσουν ἂν θέλουν νὰ μιλήσουν μὲ διάφορα πρόσωπα. Ὁ ἕνας ἐξ αὐτῶν ζήτησε τότε νὰ μιλήσει μὲ τὴν Παναγία μας. Τότε ὁ Ἀντίδικος ἄρχισε νὰ παριστάνει μᾶλλον νὰ γελοιοποιεῖ τὴν Ἀρχόντισσά μας μὲ μία χονδρὴ φωνή. Ὁ ἕνας ἐκ τῶν τριῶν νεαρῶν, αὐτὸς ποὺ εἶχε ζητήσει νὰ τοῦ μιλήσει ἡ Παναγία φοβήθηκε τόσο πολὺ ποὺ ἄρχισε νὰ τρέχει στὴν πόλη γυμνός, φορῶντας μόνο τὸ καλτσόν. Ὁ φόβος του ἦταν τόσο μεγάλος ποὺ ἔκανε μία ἑβδομάδα νὰ πάει στὸ σχολεῖο. Ὁ πρωταγωνιστὴς γιὸς τοῦ παπᾶ μετὰ δύο ἡμέρες ἔσπασε τὸ πόδι του πέφτοντας ἀπὸ τὸ μηχανάκι του. Καὶ τὰ τρία παιδιὰ ἔχουν δαιμονισθεῖ καὶ παρουσιάζουν μία ἀλλόκοτη συμπεριφορὰ ποὺ οἱ γιατροὶ τὴν ἀποκαλοῦν σχιζοφρένεια. Ὁ Ἀντίδικος ἀπέκτησε δικαιώματα στὰ τρία παιδιὰ καὶ ἐκεῖνα χορεύουν στὸ ρυθμό του.
Δὲν μπορεῖς θεολόγε νὰ καταλάβεις τὴ ζημιὰ ἔχει προκαλέσει στὶς ψυχοῦλες τους… Δὲν μπορεῖς νὰ καταλάβεις πὼς ἐν ἀγνοίᾳ τῶν γονέων ὁ πονηρὸς ἔχει στήσει ἀληθινὸ σατανικὸ πανηγύρι σὲ πολλὰ σχολεῖα τῆς πατρίδας μας.”
Τὴ στιγμὴ ἐκείνη τὸ συγγενικό μας πρόσωπο ἔκδηλα θορυβημένο ἀπὸ τὴν ἐξιστόρηση τοῦ γέροντα βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὸ δωμάτιο μὲ τὸ πρόσχημα πὼς ἤθελε νὰ καπνίσει.
-Γέροντα τὰ παιδιὰ εἶναι ἄπειρα καὶ μποροῦν εὔκολα νὰ παρασυρθοῦν. Οἱ γυναῖκες ὅμως, πῶς ἔπεσαν στὰ δίκτυά του;
-Ἄκου θεολόγε! Σήμερα κυριαρχεῖ τὸ ἀφύσικο καὶ ὄχι τὸ φυσικό. Αὐτὸ δυστυχῶς περνάει σὰν μόδα ἀκόμη καὶ στὶς κρεβατοκάμαρες τῶν παντρεμένων. Ἔτσι ἀποκτᾶ δικαιώματα ὁ Ἀντίδικος καὶ σέρνει ἀπὸ τὴ μύτη ἄνδρες καὶ γυναῖκες. Τοὺς χορεύει στὸ ταψί. Διαλύει οἰκογένειες. Κι αὐτὸ εἶναι τὸ λιγότερο μπροστὰ στὶς συνέπειες ποὺ ἀκολουθοῦν.
-Μιλᾶτε γέροντα γιὰ τὰ παρὰ φύσιν ἁμαρτήματα…
-Ναὶ παιδί μου αὐτὰ γίνονται αἰτία νὰ γεννιοῦνται αὐτιστικὰ παιδιά, παιδιὰ μὲ διανοητικὰ προβλήματα, μὲ ἀναπηρικὲς παθήσεις. Αὐτὰ ἀποτελοῦν τὴν αἰτία τῶν ἀνεξέλεγκτων ἐπαναστάσεων τῆς ἐφηβείας. Πέφτει τὸ παιδὶ στὰ ναρκωτικὰ καὶ οἱ γονεῖς ψάχνουν νὰ ἀνακαλύψουν τί ἔφταιξε;
Τὴ συζήτησή μας διέκοψε τὸ συγγενικό μας πρόσωπο, τὸ ὁποῖο ἐπανῆλθε στὸ δωμάτιο. Ὁ γέροντας τοῦ ἔγνεψε νὰ τὸν πλησιάσει καὶ τοῦ πρόταξε ἱερὰ λείψανα ποὺ εἶχε φέρει ἀπὸ τὰ Ἄγραφα καὶ τὰ κρατοῦσε τὴν περίοδο τοῦ χειμῶνα. Ἐκεῖνος μὲ δυσκολία ἀσπάστηκε τὰ ἱερὰ λείψανα.
Τότε ὁ γέροντας εἶπε: “Πῶς σὲ λένε;” Ἐκεῖνος δὲν ἀπαντοῦσε. Ἂντ’ αὐτοῦ πῆρα τὸ λόγο καὶ εἶπα “… τὸν λένε παππούλη”.
-Μὴ μιλᾶς θεολόγε, εἶπε ὁ παππούλης καὶ συνέχισε νὰ ἀπευθύνεται στὸ συγγενικό μου πρόσωπο.
-Μοῦ κρύβεσαι καὶ δὲν λὲς τὸ ὄνομά σου!
-Πᾶμε νὰ φύγουμε δὲν ἀντέχω ἄλλο, εἶπε τὸ συγγενικό μου πρόσωπο καὶ ἔτρεξε πρὸς τὴν ἔξοδο.
Ὅταν μπήκαμε στὸ αὐτοκίνητο ἄρχισε νὰ μᾶς φωνάζει.
-Δὲν ντρέπεστε νὰ κρυφακοῦτε, ὅταν ὁ ἄλλος κοιμᾶται. Ἔτσι φέρεστε σὲ ἕναν φιλοξενούμενο;
-Δὲν καταλαβαίνω τί ἐννοεῖς; Τοῦ ἀπάντησε ἡ σύζυγός μου.
-Ἀκούσατε ποὺ παραμιλοῦσα χθὲς καὶ τὰ σφυρίξατε ὅλα στὸν παπᾶ. Γι’ αὐτὸ μὲ φέρατε. Γιατί πῶς ἤξερε τὴν τελετὴ τοῦ σχολείου; Μᾶλλον ἐσεῖς του τὰ εἴπατε. Ἔτσι δὲν εἶναι; Ὅλα τὰ γνώριζε ὁ παπᾶς. Μὲ φέρατε στὸν παπᾶ γιὰ νὰ μὲ κάνετε ρεζίλι.
Ἔγνεψα στὴ σύζυγό μου νὰ μὴν ἀπαντήσει. Ἀργότερα ὅταν ἠρέμησε καὶ τὸν ἐνημερώσαμε γιὰ τὰ χαρίσματα τοῦ παππούλη, ἐκεῖνος μᾶς ἐξιστόρησε τί ἀκριβῶς εἶχε συμβεῖ. Πρόσθεσε ἀρκετὲς λεπτομέρειες ποὺ γιὰ εὐνόητους λόγους καὶ ἀπὸ διάκριση εἶχε ἀποφύγει νὰ ἀναφέρει ὁ γέροντας τῶν Ἀγράφων. Εἶχε ἐμπλακεῖ στὰ δίκτυα τοῦ πονηροῦ καὶ μέχρι σήμερα ἀγωνίζεται νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὰ δεσμά του.
Πηγή: Στῦλος Ὀρθοδοξίας, Νοέμβριος 2022, Αρ. Φύλλου 248, σελ. 14-15.
Συντάκτης












