Γιατί ο Σωτήρ ρώτα: Ποιος με άγγιξε;
Γιατί κατά τη θεραπεία της αιμορροούσης γυναικός ο Σωτήρας που γνωρίζει τα πάντα, ερωτά σαν να μη γνωρίζει και λέγει: «Ποιος με άγγιξε;» Δεν αγνοήθηκε όμως το παράδοξο, γιατί αν και ο Σωτήρας γνωρίζει τα πάντα, ερωτά σαν να μη γνωρίζει και λέγει: «Ποιος με άγγιξε;». Και ενώ οι άγιοι απόστολοι είπαν με πειστικότητα «ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; “Διδάσκαλε, τα πλήθη σε στενοχωρούν και σε πιέζουν ολόγυρα και εσύ λες ‘’ποιος με άγγιξε;”)», πράγμα που είναι μεγίστη απόδειξη ότι Αυτός και αληθινή σάρκα φέρει, και καταπατεί κάθε υπερηφάνεια, γιατί δεν Τον ακολουθούσαν από μακριά, αλλά Τον είχαν περικυκλωμένο από παντού, Αυτός φέρει στη μέση και επικεντρώνει την προσοχή τους σε αυτό που έγινε και λέγει επιμένοντας ότι «ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ (: “κάποιος με άγγιξε. Διότι εγώ κατάλαβα ότι κάποια δύναμη θαυματουργική βγήκε από εμένα”). Άραγε λοιπόν ο Κύριος από φιλοδοξία δεν άφησε να διαφύγει η απόδειξη της θεοπρεπούς ενέργειάς Του, δηλαδή το παράδοξο που συνέβη με τη γυναίκα; Δε λέμε αυτό· γιατί πώς θα το έκανε αυτό Αυτός που σε πολλές περιπτώσεις συνιστούσε να σιωπούν; Αλλά μάλλον λέμε εκείνο: ότι δηλαδή παντού αποβλέπει στην ωφέλεια αυτών που καλούνται στη χάρη μέσω της πίστεως. Άρα πολλούς θα έβλαπτε το θαύμα αυτό μένοντας άγνωστο, με το να γίνει όμως γνωστό ωφέλησε όχι και λίγο, εκτός από τους άλλους, και τον άρχοντα της συναγωγής. Γιατί του έκανε πιο ασφαλή την ελπίδα για τον αναμενόμενο, και του έδινε ακλόνητο θάρρος ότι ο Χριστός θα αρπάξει τη θυγατέρα του και από τις παγίδες του θανάτου-γιατί δεν επιτρεπόταν στους μη καθαρούς να αγγίξουν κάποιον από τους αγίους ή να πλησιάσουν άνδρα ιερό. Έχουμε λοιπόν πληροφορηθεί ότι ο Εμμανουήλ είναι Θεός αληθινός, και από αυτό που έγινε με τρόπο θαυματουργικό, και από αυτά που είπε με τρόπο θεοπρεπή· γιατί λέγει: «Εγώ αισθάνθηκα να έχει βγει κάποια δύναμη θαυματουργική από εμένα». Είναι βέβαια πέρα από τα δικά μας μέτρα, ή ίσως και τα αγγελικά, το να μπορούμε να εκπέμψουμε κάποια δύναμη, και μάλιστα από τη δική μας φύση, δηλαδή από τον εαυτό μας. Το πράγμα αυτό ταιριάζει μόνο στην πέρα και πάνω από όλα φύση. Γιατί κανένα από τα κτίσματα δεν έχει κάποια δύναμη ιατρική, ή κάποια άλλη ξεχωριστή, αλλά αυτό που έχει είναι δοσμένο από τον Θεό. Κυριακή Ζ’ Λουκά: Η θεραπεία της αιμορροούσης γυναικός και η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Άγιος Κύριλλος, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας) (Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος), απόσπασμα.
Οκτ 28, 2023Εκκλησία Online
Ψεύτικες προφητείες του Αγίου Παϊσίου κυκλοφορούν, δήλωσε ο Μητροπολίτης Λεμεσού