Ο ευαγγελιστής Λουκάς μάς παρουσιάζει σήμερα μία ανάσταση ανθρώπου που έκανε ο Χριστός.
Καθώς πλησίαζε στην πόλη Ναΐν ο Χριστός με τους μαθητές Του, συνάντησαν μία πορεία που έβγαζε ένα νεκρό παλληκάρι, το γιο μιας χήρας. Τότε ο Χριστός σπλαχνίστηκε τη χήρα και της λέει: «μὴ κλαῖε» και ακούμπησε το φέρετρο του νεαρού, λέγοντας: «νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι». Ο νεαρός σηκώθηκε και μίλησε.
«Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι», ήταν ο λόγος του Χριστού για την ανάσταση του υιού της χήρας. Αυτό τον λόγο, σήμερα, απευθύνει προς τους νέους και τις νέες για να ξαναβρούν τη ζωή τους. Μέσα στις δυσκολίες του 21ου αι., οι νέοι προσπαθούν να βρουν την ευτυχία αλλά και το μέλλον τους, που τόσο τους προβληματίζει, σε διάφορα μέσα. Μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ναρκωτικά, εφάμιλλες χαρές και ό,τι άλλο μπορούν να βρουν για να αισθάνονται χαρούμενοι. Στέκονται οι νέοι μπροστά στη ζωή με μία απορία και αγωνία. «Τι να κάνω; Πού να πάω;», με τα επαγγελματικά προβλήματα αλλά και με τα διάφορα, λεγόμενα, υπαρξιακά προβλήματα που κατακλύζουν, κυρίως, τους νέους. «Υπάρχει ζωή μετά θάνατον; Η ψυχή υπάρχει; Αν υπάρχει, πού πηγαίνει;».
Σε όλη αυτή την κατάσταση, ο Χριστός έρχεται και μας λέει: Σήκω. Σήκω από την κατάθλιψη, από την αγωνία και από την αρνητικότητα. Μάς τονίζει ο Χριστός ότι: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον». Να εμπιστευτούμε το Χριστό γιατί ο Ίδιος έδωσε τους αγώνες Του ενάντια στο διάβολο αλλά και στον μεγάλο εχθρό του ανθρώπου· στο θάνατο.
Όμως, έρχεται και ένα άλλο μεγάλο ερώτημα στην επιφάνεια. Οι νέοι δεν πηγαίνουν στην εκκλησία για να ακούσουν το μήνυμα και το Ευαγγέλιο του Χριστού. Τότε, πώς θα γίνει να έρθουν κοντά Του;
Η απάντηση είναι απλή. Απλή συνάμα και δύσκολη.
Χρειάζεται ο λόγος του Ευαγγελίου «να βρει ο λόγος του Θεού αυτά τα σημεία της επαφής στη νεκρή νεολαία», κατά τον π. Αθανάσιο Μυτιληναίο. Όχι, όμως, να φτάσουμε σε ακρότητες και να ρίξουμε το επίπεδο της Ορθοδοξίας για τους ανθρώπους και, ειδικά, για τους νέους. Οι νέοι θέλουν λίγα λόγια και αληθινά.
Ο π. Αθανάσιος Μυτιληναίος υπογραμμίζει ότι: «Αγαπητοί, έτσι ομιλεί ο Κύριος στον κάθε νέο, στη νεολαία μας. Αλλά εμείς οι μεγάλοι… ω εμείς οι μεγάλοι… Εμείς οι μεγάλοι είμαστε εκείνοι που οδηγούμε την νεολαία στο νεκροταφείο για ενταφιασμό. Εμείς κρατάμε το φέρετρο, εμείς οι μεγάλοι, το φέρετρο της νεολαίας. Δεν αφηνίασε η νεολαία μόνη της. Εμείς οι μεγάλοι της βγάλαμε τα χαλινάρια, αφαιρέσαμε τα μη, τους νόμους, τις εντολές, τα κάγκελα, και τους είπαμε ότι είναι ελεύθεροι και ότι μπορεί να κάνουν ό,τι θέλουν και μπορούν να κινούνται όπως θέλουν. Κι αν ακόμη στραφούν εναντίον μας και μας φτύσουν, θα τους πούμε: «Καλά κάνατε, παιδιά μας!». Εμείς λοιπόν αφαιρέσαμε όλα αυτά, τα χαλινάρια του νόμου του Θεού και της λογικής και της ανθρωπιάς. Κι έφτασε η νεολαία να αφηνιάσει».
Σε αυτό το μήκος κύματος, θα πρέπει να κυμανθεί η ποιμαντική της εκκλησίας. Καλούνται οι ιερείς να συνάξουν τους νέους κοντά στην εκκλησία. Να ψάξουν να βρουν εκείνους τους ανθρώπους που δεν άκουσαν το μήνυμα του Ευαγγελίου και να κηρύξουν «τόν ὑπέρ ἡμῶν παθόντα καί ταφέντα καί Ἀναστάντα Κύριο».
Σωτήριος Θεολόγου
ΠΗΓΗ