Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκαλύπτει οικοδομικά κατάλοιπα της τράπεζας του 10ου και του 12ου αιώνα, αλλά και έναν κεραμικό κλίβανο.
Χώρος απαραίτητος για τη σίτιση μοναχών και επισκεπτών, η τράπεζα αποτελεί σημαντικό σημείο κάθε μοναστηριού στο Άγιον Όρος και στοιχείο της κοινοβιακής ζωής. Στην τράπεζα συγκεντρώνονται οι μοναχοί και οι επισκέπτες, αμφότεροι για να ξεκουραστούν σωματικά και πνευματικά.
Η τράπεζα που έλκει την καταγωγή της από τον Μυστικό Δείπνο και τις τράπεζες αγάπες του Αποστόλου Παύλου είναι ένας χώρος αγιογραφημένος, ήσυχος, καθαρός, όπου στη διάρκεια του φαγητού ένας μοναχός διαβάζει από το συναξάρι για τον βίο των αγίων που γιορτάζουν εκείνη την ημέρα.
H τράπεζα κάθε μοναστηριού έχει τη δική της ιστορία που συνήθως ανάγεται στα πρωτοχριστιανικά χρόνια και συνδέεται με την ίδρυσή του, ενώ η ανασκαφή φέρνει στο φως το τελευταίο διάστημα παλαιότερες οικοδομικές φάσεις και ενδιαφέροντα στοιχεία για την ιστορία της τράπεζας της Μονής Βατοπεδίου.
H σημερινή τράπεζα της Μονής Βατοπεδίου χτίστηκε το 1785 στα δυτικά του καθολικού. Έχει σταυρόσχημη κάτοψη, κόγχες στα άκρα των τριών κεραιών του σταυρού και δύο βοηθητικούς χώρους στη βορειοανατολική και νοτιοανατολική γωνία, ενώ οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό της φιλοτεχνήθηκαν το 1786 από τον μοναχό Μακάριο, με καταγωγή από τη Γαλάτιστα, γνωστό αγιογράφο της εποχής και της περιοχής.
Κατά την κατασκευή της, το 1785, στο εσωτερικό της επαναχρησιμοποιήθηκαν τα βυζαντινά μαρμάρινα τραπέζια, τα οποία προέρχονταν προφανώς από την προγενέστερη τράπεζα και σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες εκείνη η παλαιότερη βρισκόταν περίπου στην ίδια θέση με τη σημερινή.
Το διάστημα αυτό γίνονται εργασίες στην τράπεζα της Μονής Βατοπεδίου με την επίβλεψη αρχαιολόγων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους και οι ανασκαφικές τομές αποκάλυψαν μεγάλο μέρος της αρχικής βυζαντινής τράπεζας, η οποία προκύπτει ότι ήταν επίσης σταυρόσχημη, όπως και η σημερινή.
Η ανασκαφική ομάδα, την οποία αποτελούν ο προϊστάμενος της ΕΦΑ Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, Γιώργος Σκιαδαρέσης, οι αρχαιολόγοι της Εφορείας, Θεόδωρος Ντόγκας και Γιώργος Πανέλας και ο αρχιτέκτονας μηχανικός και αναστηλωτής, Πλούταρχος Θεοχαρίδης, παρουσίασε τα νέα ευρήματα στο πρόσφατο 7ο Διεθνές Επιστημονικό Εργαστήριο της Αγιορείτικης Εστίας.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως οικοδομικά κατάλοιπα της πρώτης φάσης ίδρυσης της τράπεζας τον 10ο αιώνα, αλλά και της επέκτασή της, που έγινε στο τέλος του 12ου αιώνα.
«Η δυτική πλευρά της κτητορικής τράπεζας περί τα τέλη του 10ου – αρχές 11ου αιώνα, σχηματίζεται από έναν ευθύγραμμο τοίχο, στην εξωτερική όψη του οποίου προσκολλήθηκε λίγο αργότερα μία συμπαγής ψευδοκόγχη. Η τελευταία είναι κτισμένη με ένα υπόλευκο ασβεστοκονίαμα, ενώ ο τοίχος είναι χωματόκτιστος. Δυτικότερα και σε επαφή με τον κτητορικό δυτικό τοίχο εντοπίστηκε μία επέκταση της τράπεζας, που περιλαμβάνει μια μεγάλη ημικυκλική αψίδα», λένε στη Voria τα μέλη της ανασκαφικής ομάδας.
Από την επίχωση της ημικυκλικής αψίδας περισυλλέχτηκαν σπαράγματα τοιχογραφιών που διατηρούν επιγραφές. Σύμφωνα με μια πρώτη εκτίμηση τα γράμματα των επιγραφών ανήκουν στα μεσοβυζαντινά χρόνια, πιθανότατα στον 11ο – 12ο αιώνα, οπότε η ίδρυση της μεγάλης αψίδας είναι μεταγενέστερη, κι όπως αναφέρουν οι ανασκαφείς «η επέκταση πρέπει να χρονολογηθεί στα τελευταία χρόνια του 12ου αιώνα, καθώς στον Βίο του Αγίου Σάββα του Σέρβου παραδίδεται πως ένα από τα έργα που έκανε εκείνος στο Βατοπέδι ήταν η μεγέθυνση της τράπεζας».
Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε τα κατά καιρούς επάλληλα δάπεδα και βάσεις των τραπεζιών, στοιχεία που μαρτυρούν τις ανακαινιστικές εργασίες που γίνονταν για ένα διάστημα περίπου 700 χρόνων. Τις επάλληλες φάσεις τεκμηριώνουν ένας ικανός αριθμός οστράκων από εφυαλωμένα αγγεία, τα οποία καλύπτουν ένα ευρύ χρονικό διάστημα από τα τέλη 10ου αι. έως και τα όψιμα μεταβυζαντινά χρόνια.
Σύμφωνα με την ανασκαφική ομάδα «από τις γραπτές πηγές γνωρίζουμε τρεις χρονικές στιγμές που σχετίζονται με τη βυζαντινή τράπεζα: η πρώτη έχει σχέση με την ίδρυση της Μονής στα τέλη του 10ου αι., η δεύτερη με τη μεγέθυνση της τράπεζας στα τελευταία χρόνια του 12ου αι. και η τρίτη με την ανακαίνιση της τράπεζας στα 1319. Τα αποτελέσματα της ανασκαφής έρχονται σε αξιοσημείωτη συμφωνία με τα δεδομένα από τις ιστορικές πηγές».
Ένα άλλο ενδιαφέρον εύρημα αποτελεί ένας βυζαντινός εργαστηριακός χώρος με αποσπασματικά σωζόμενο κεραμικό κλίβανο, δεξαμενή και αποθέτη, τον οποίο αποκάλυψε ανασκαφική τομή στο βορειοανατολικό βοηθητικό διαμέρισμα της υφιστάμενης τράπεζας.
«Από τα χαρακτηριστικά της λειτουργίας του κλιβάνου μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτός προοριζόταν για την καμίνευση κυρίως μικρών επιτραπέζιων αγγείων, όπως πινάκια και κούπες, ενώ η εύρεσή του δηλώνει την επί τόπου παραγωγή κεραμικής για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών της Μονής», αναφέρουν τα μέλη της ομάδας.
Επιπλέον, πολύ σημαντικά για την ιστορία του χώρου της Μονής Βατοπεδίου είναι τα κτηριακά κατάλοιπα που αποκάλυψαν οι ανασκαφικές τομές βαθύτερα από τη στάθμη του δαπέδου της βυζαντινής τράπεζας, τα οποία μπορούν να χρονολογηθούν στην Πρωτοβυζαντινή περίοδο. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε ένα κτήριο εντός του οποίου βρέθηκε το κάτω μισό ενός μεγάλου πιθαριού (διαμέτρου 1,1 – 1,2 μ.). Ο πιθεώνας αυτός μπορεί να χρονολογηθεί στην πρωτοβυζαντινή εποχή βάσει της κεραμικής, αλλά και ενός μικρού μαρμάρινου κιονοκράνου που βρέθηκε στον πυθμένα του.
Παραμένει ωστόσο αναμφισβήτητο το γεγονός ότι η ίδρυση της τράπεζας που χρονολογείται στα τέλη του 10ου με αρχές 11ου αιώνα είχε γίνει στον χώρο παλιότερων εγκαταστάσεων, των πρωτοβυζαντινών χρόνων, οι οποίες προφανώς σχετίζονται με την πρωτοβυζαντινή βασιλική που είχε αποκαλύψει ο Ιωακείμ Παπάγγελος προ εικοσαετίας κάτω από το καθολικό.
Σημειώνεται ότι η αποκατάσταση της τράπεζας όσο και η ανασκαφική έρευνα έγινε με χρηματοδότηση της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρίας Πολιτιστικού και Κοινωφελούς Έργου ΑΙΓΕΑΣ του Αθανάσιου και της Μαρίνας Μαρτίνου.
Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους
Ιαν 20, 2024Εκκλησία Online
Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, Ποιος είναι ο αφέντης όσων επέλεξαν τον γάμο και ποιος για αυτούς που επέλεξαν τον μοναχισμό