Στην εισήγηση που ακολουθεί θα γίνει προσπάθεια σύντομης παρουσίασης του ναού του Αγίου Ηρωδίωνα, ο οποίος ιδρύθηκε το 1910 στο κοιμητήριο του οικισμού. Πρέπει να σημειωθεί ότι πριν την ίδρυση του παραπάνω ναού, στην Υπάτη δεν υπήρχε ιστάμενος ναός του πολιούχου της. Βέβαια, οι κάτοικοι της περιοχής τιμούσαν και συντηρούσαν τη τοπική παράδοση του αγίου, με την ίδρυση προσκυνηταρίων, τη συγγραφή ασματικών ακολουθιών[1], την αφιέρωση εικόνων, καθώς και τη μετάδοση του ονόματος του Αποστόλου στα τέκνα τους.
Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1896 ο Γεώργιος Λαμπάκης επισκέπτεται την Υπάτη, ανήμερα της μεγάλης εμποροπανήγυρης που πραγματοποιούνταν στον οικισμό. Ο Λαμπάκης μας πληροφορεί ότι: «δυστυχῶς κατὰ τὴν νύκτα ταύτην τῆς 14ης-15ης Σεπτεμβρίου σφοδρά θύελλα ἐπιπεσοῦσα ἐπέφερε φοβερὰν πλημμύραν τοῦ ποταμοῦ τῆς Ὑπάτης, ἐν ᾦ καὶ τινες τῶν ἐν τῇ πανηγύρει συρρευσάντων ἐπνίγησαν[2]».
Κατά τη πρώτη μέρα της παραμονής του επισκέπτεται το ναό του Αγίου Γεωργίου όπου εντόπισε μαζί με άλλες εικόνες την εικόνα του Αγίου Ηρωδίωνα, χαρακτηριστικάο Λαμπάκης αναφέρει: «ἐν τῷ ναῷ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου εὕρομεν εἰκόνας τοῦ Ἁγίου Νικολάου καὶ Σεραφεὶμ ἐπισκόπου Φαναρίου καὶ Νεοχωρίου τοῦ ἔτους 1797 ἐπίσης καὶ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Ἡρωδίωνος. Αἱ δὲ λοιπαί εἰκόνες εἰσίν ἔργα ἄθλιας τέχνης[3]».
Στις 14 Σεπτεμβρίου ο Λαμπάκης επισκέπτεται τη φερόμενη ως βασιλική του αγίου Ηρωδίωνα, στο σημερινό χώρο του Γυμνασίου του οικισμού, και καταμετρά τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, δίχως όμως να παραθέτει κάποιο σκαρίφημα ή κάτοψη του ναού: «ἐν ταῖς Νέαις Πάτραις τῇ 14 Σεπτεμβρίου καταμετρήσαμεν τὰ ἐρείπια τοῦ ἀρχαίου ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἡρωδίωνος, ἐνός τῶν 70 Ἀποστόλων, καὶ πρώτου ἐπισκόπου Ὕπατης, οὗ ἡ μνήμη τῇ 8 Ἀπριλίου καὶ διὰ τούτο ἐν τοῖς ναοῖς τῆς Ὕπάτης εὕρηται πάντοτε ἡ εἰκών τοῦ Ἁγ. Ἡρωδίωνος. Τοῦ ναοῦ τούτου ἐλάχιστα λείψανα περιεσώθησαν[4]» γράφει ο Λαμπάκης.
Την κάτοψη του ναού εν είδη σκαριφήματος αποτύπωσε ο Νικόλαος Γιαννόπουλος, όπου το 1897 διέμεινε στην Υπάτη για ένα χρονικό διάστημα ως έφεδρος, εξαιτίας της καταστροφικής μάχης του «ατυχούς» Ελληνοτουρκικού πολέμου στο Δομοκό[5]. Ο Γιαννόπουλος αναφέρει τη θέση του ναού εντός της πόλης «παρά τὸν Στρατῶνα πρὸς Μεσημβρίαν[6]» και μας παρέχει μια σημαντική πληροφορία «διαγράφεται δὲ τὸ κρηπίδωμα ἀρχαίου βυζαντιακοῦ ναοῦ ἐπί τῆς ἐπιφανείας τῆς γῆς καὶ ὅμοιον ἀρχαίου βαπτιστηρίου[7]». Τα αρχιτεκτονικά λείψανα της παραπάνω βασιλικής το 1913, στη δεύτερη επίσκεψη του Γιαννόπουλου στην Υπάτη, είχαν εξαφανιστεί. Με βάση το σκαρίφημα του Γιαννόπουλου ο αείμνηστος βυζαντινολόγος Δημήτρης Πάλλας δημοσίευσε τη σημαντική εργασία του «Ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἡρωδίωνος στὴν Ὑπάτη», η οποία δημοσιεύθηκε στον τιμητικό τόμο ἐπὶτῇ 50ετηρίδι ἐπιστημονικής δράσεως καὶτῇ 40ετηρίδι καθηγεσίας καὶ ἐκκλησιαστικής δράσεως του Γερασίμου Κονιδάρη, το 1981. Ο Πάλλας τοποθετεί χρονικά τη φερόμενη βασιλική του Αγίου Ηρωδίωνα στον 7ο αιώνα.
Σχετικά με την εικόνα του Αποστόλου που είδε ο Λαμπάκης το έτος 1896 πιθανότατα ταυτίζεται με την εικόνα που σήμερα τοποθετείται σε ειδικά διαμορφωμένο προσκυνητάρι στο βόρειο κλίτος του ναού του Αγίου Γεωργίου και μπορεί να χρονολογηθεί στον πρώιμο 19ο αιώνα.
Ο Απόστολος Ηρωδίων παριστάνεται σε γεροντική ηλικία ολόσωμος με γκρίζα γενειάδα, σε στάση τριών τετάρτων.Φορεί μοναχικά ενδύματα και κουκούλιο και είναι ενδεδυμένος με χρυσοκέντητο επιτραχήλιο, μητροπολιτικό κυανό μανδύα, ο οποίος φέρει ασημοκέντητες λεπτομέρειες και ωμοφόριο. Με τα δύο χέρια του κρατεί κλειστό κώδικα. Ο κάμπος της παράστασης είναι κυανός και στο ανώτερο μέρος της εικόνας σημειώνεται η επιγραφή: Ηρωδίων.
Η εικόνα δεν σώζεται στο αρχικό μέγεθος ως προς το πλάτος της. Στοιχεία που επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη είναι η απουσία του πλαισίου στο πλάτος της εικόνας, το τμήμα δένδρου το οποίο διακόπτεται απότομα στα αριστερά του αγίου, καθώς και η απουσία μέρους των ενδυμάτων στα πέρατα της εικόνας. Το πραγματικό μέγεθος της εικόνας αποτυπώνεται σε φωτογραφία που τοποθετείται στο εξώφυλλο της ακολουθία του Αποστόλου του έτους 1929, η οποία συντάχθηκε από τον μακαριστό πρεσβύτερο Αθανάσιο Λαϊνά[8].
Πριν την ανέγερση του κοιμητηριακού ναού του Αγίου Ηρωδίωνα, ο Αθανάσιος Κακογιάννης, κάτοικος της Υπάτης, το 1905 ίδρυσε εικονοστάσιστο σημείο που η παράδοση τοποθετεί το μαρτύριο του Αγίου.Η παραπάνω πράξη του Κακογιάννη πραγματοποιήθηκε έπειτα από ενύπνια εμφάνιση του Αποστόλου, που τον προέτρεπε να προβεί στη παραπάνω πράξη[9].
Το 1910 ξεκινούν οιεργασίες της ανέγερσης του κοιμητηριακού ναού του Αγίου Ηρωδίωνα. Πρόκειται για ένα μονόχωρο σταυροειδή ναό,ο οποίος στεγάζεται με δίρριχτη κεραμοσκεπή. Πληροφορίες σχετικά με την ίδρυση του ναού αντλούμε από χειρόγραφο σημείωμα του Κώστα Δ. Ματσούκα, το οποίο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Υπάτη[10].
Από το σημείωμα μαθαίνουμε ότι ο ναός κτίστηκε με πρωτοβουλία του Βελισαρίου Ματσούκα, ο οποίος την περίοδο αυτή εκτελούσε χρέη επιτρόπου στον ναό του Αγίου Γεωργίου Υπάτης. Το σημείο ίδρυσης του ναού υποδείχθηκε από τον Βελισάριο, έπειτα απόενύπνια παρότρυνση του Αποστόλου που τον προέτρεπε να κτίσει το ναό στο σημερινό κοιμητήριο διότι, όπως ο ίδιος ο Απόστολος ανέφερε στο ενύπνιο του Ματσούκα, όταν αποκεφαλίσθηκε η κεφαλή του έφτασε, από το σημείο του μαρτυρίου του στη θέση του σημερινού νεκροταφείου. Πρέπει να σημειωθεί, ότι αρχικά οι κάτοικοι της περιοχής, σύμφωνα με το σημείωμα, πρότειναν ο ναός να ιδρυθεί στη Στρατώνα, στο σημείο που σύμφωνα με την παράδοση μαρτύρησε ο Απόστολος.
Το σημείωμα μας πληροφορεί ότι για τα έξοδα της κατασκευής του ναού οι νέοι της περιοχής οργάνωσαν τρεις θεατρικές παραστάσεις με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για την κάλυψη των εξόδων της αποπεράτωσής του. Η φιλόπονη αυτή προσπάθεια διακόπηκε βίαια με την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων, βέβαια ο ναός είχε ήδη αποπερατωθεί.
Ο ναός καταστράφηκε, έπειτα από ανατίναξη, κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος της Υπάτης από τα ναζιστικά γερμανικά στρατεύματα στις 17 Ιουνίου 1944. Την ημέρα αυτή ο άμαχος πληθυσμός που δεν πρόλαβε να ξεφύγει συγκεντρώθηκε, ώστε να εκτελεστεί, στο προαύλιο του κοιμητηριακού ναού του Αγίου Ηρωδίωνα.
Ευτυχώς η επικείμενη εκτέλεση ματαιώθηκε. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του Θεόκτιστου Λαϊνά «στις δύο η ώρα μας οδήγησαν στο νεκροταφείο του ΑηΗρωδίωνα. Το δράμα κοντοζύγωνε στη τελευταία πράξη του. Η ομαδική εκτέλεση δεν πραγματοποιήθηκε για άγνωστους λόγους[11]». Σημαντικό να αναφερθεί ότι μέχρι και σήμερα στη συλλογική μνήμη των κατοίκων της Υπάτης η ακύρωση της επικείμενης εκτέλεσης των αμάχων Υπαταίων, αποδίδεται στις πρεσβείες του Αποστόλου Ηρωδίωνα.
Οι κάτοικοι της Υπάτης μετά το ολοκαύτωμα επέλεξαν να παραμείνουν στον οικισμό και με τις δυνάμεις τους να τον ανασυνθέσουν, τη περίοδο αυτή επισκευάζεται και ο ναός του πολιούχου της Αποστόλου Ηρωδίωνα.
Βιβλιογραφία
Καραγιάννης Δ., «Ο άγιος Απόστολος Ηρωδίων εις την ιστορικήν λαϊκήν μνήμην της Υπάτης», στο: Δ. Γόνης (επιμ.) Ο άγιος Ηρωδίων και η τιμή του στην Υπάτη και τον ελλαδικό χώρο, 25 Νοεμβρίου 2016, Πρακτικά, Λαμία 2016, 73-84.
Λαμπάκης Γ., «Μελέται, εργασίαι και περιηγήσεις του 1896», ΔΧΑΕ 3 (1903), 43-49, εικ. 9-10.
Ματσούκα Ζ., «Ιερός ναός Αγίου Ηρωδίωνα Υπάτης. Η μαρτυρία του Κ.Δ. Ματσούκα για το κτίσιμο του σημερινού ναού», Υπάτη 46-49 (2001-2003), 117-118.
Πανάγου Χ., «Ακολουθίες αφιερωμένες στον άγιο Ηρωδίωνα», στο: Δ. Γόνης (επιμ.) Ο άγιος Ηρωδίων και η τιμή του στην Υπάτη και τον ελλαδικό χώρο, 25 Νοεμβρίου 2016, Πρακτικά, Λαμία 2016, 171-196.
Γιαννόπουλος Ν.Ι., «Η Υπάτη κατά την Αρχαιότητα», Αρμονία 10 (1900), 633-645.
Γιαννόπουλος Ν.Ι., «Αρχαιολογήματα Υπάτης», Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός. Επετηρίς 6 (1902), 247-253.
Λαϊνάς Θ., «Η Υπάτη στις φλόγες», Υπάτη 5 (1981), 8-13.
[1]. Για τις ασματικές ακολουθίες του Αποστόλου, βλ. Πανάγου 2011, 171-196.
[2]. Λαμπάκης 1903, 45, σημ. 2.
[3]. Λαμπάκης 1903, 45.
[4]. Λαμπάκης 1903, 45.
[5]. Γιαννόπουλος 1902, 247-253.
[6]. Γιαννόπουλος 1900, 636.
[7]. Γιαννόπουλος 1900, 636.
[8]. Πανάγου 2019, 192, εικ. 3.
[9]. Καραγιάννης 2016, 78.
[10]. Ματσούκα 2001-2003, 117-118.
[11]. Λαϊνάς 1981, 12.