Όσιος Ηλίας ο Νέος
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Μετά του ήρθε η επιθυμία [αναφέρεται στον άγιο Ηλία τον Νέο] να πάη στην Παλαιστίνη για να προσκυνήση σ’ εκείνους τους τόπους που γνώρισαν τα σωτήρια πάθη, το σωτήρα Θεό, και εκεί να φορέση το άγιο σχήμα των μοναχών.
Κι ενώ τούτο είχε στο νου του, του παρουσιάζεται αυτός που τον καθοδηγούσε λέγοντας: Πόσα αγαθά και θεάρεστα σκέφτηκες! Πήγαινε λοιπόν ειρηνικά κι από τώρα θα γιατρεύης κάθε αρρώστια και κάθε αδυναμία.
15. Μετά απ’ αυτήν την οπτασία συνέβησαν τα θαύματα. Όταν φιλονείκησαν δύο άνθρωποι, ένας Χριστιανός κι Αγαρηνός, ο πρώτος, παίρνοντας στα χέρια του ένα ρόπαλο, έσπασε το κεφάλι του Αγαρηνού.
Οι συγγενείς του χτυπημένου συνέλαβαν το Χριστιανό και τον άλλον αφού τον ξάπλωσαν σε φορείο ετοιμοθάνατο, οδήγησαν και τους δύο στον αμιρά [τοπάρχης], ο όποιος, επειδή παραξενεύθηκε για την απρεπή πράξη, διέταξε το μεν Σαρακηνό να τον πάνε στο σπίτι του όπου έμελλε να πεθάνη, ο δε Χριστιανός ν’ αποκεφαλισθή.
Όταν το έμαθε αυτό ο άγιος άνθρωπος, πρόλαβε τρέχοντας τον χτυπημένο, και αφού με τα δύο του χέρια έσφιξε το κεφάλι του και το σφράγισε κρυφά με το σημείο του σταυρού, τον γιάτρεψε, ώστε αμέσως ο Σαρακηνός σηκώθηκε και πήγε στον άρχοντα και διαλάλησε το θαύμα στον κόσμο.
Ο άρχοντας μόλις είδε αυτό και μετέβαλε την αγανάκτησή του σε θαυμασμό -γιατί μπορεί
η αρετή να καταπραΰνη και να καθησυχάζη κι αυτούς που είναι πολύ εχθρικοί- και τον υπεύθυνο ελευθέρωσε και στον όσιο επέτρεψε ανεμπόδιστα να πράττη τέτοια έργα.
16. Το θαύμα έγινε παντού γνωστό κι όσοι από το έθνος των Ισμαηλιτών ήταν άρρωστοι, έρχονταν στον όσιο και θεραπεύονταν και τον είχαν ως γιατρό και σωτήρα θεόσταλτο, κι όλοι ήθελαν να πηγαίνη μέσα στα σπίτια τους, ως άνθρωπος του Θεού που ήταν, και να παίρνουν την ευλογία του· μερικούς απ’ αυτούς τους έπεισε να φύγουν από την ψεύτικη θρησκεία των Ισμαηλιτών και να προσέλθουν στο θείο βάπτισμα.
Κι αυτό το έκανε τη νύχτα προσκαλώντας τους ιερείς· ήταν εκεί αλήθεια τότε ιερείς άξιοι της λειτουργίας του Θεού, ανάμεσα στους όποιους έλαμπε ο μακαρίτης επίσκοπος Παντολέων, που διέπρεπε στην εγκράτεια και στις υπόλοιπες αρετές διδάσκοντας με το λόγο και βεβαιώνοντας τη διδαχή με τη ζωή του.
Όταν κάποτε εκείνος τελούσε τη θεία λειτουργία, βλέπει ο άνθρωπος του Θεού ένα φωτεινό περιστέρι που πετούσε ολόκληρο πάνω του, κι εκάθισε έπειτα στο κεφάλι του.
Από το βιβλίο Ανωνύμου Μοναχού «Όσιος Ηλίας ο Νέος» των εκδόσεων Ακρίτας.