Η συνάντησις και ο ασπασμός των αγίων Συμεών και Σάββα εν τη Μονή τη Βατοπεδίω. Έργο του Ιερομονάχου Αναστασίου.
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Με τους πτωχούς που έρχονταν στην Μονή της Ευεργέτιδος [στην Κωνσταντινούπολη] για ελεημοσύνη, ήλθε κάποτε και μία ευσεβής και ευπαρουσίαστη γυναίκα, πλησίασε τον όσιο Σάββα [άγιος Σάββας α’, Αρχιεπίσκοπος Σερβίας] και του είπε σεμνά:
«Άγιε του Θεού, ο Κύριος και η Μητέρα Του η Ευεργέτις με πρόσταξαν να σου μεταδώσω την εντολή Τους. Στο Άγιο Όρος στον τάδε τόπο, βρίσκονται δύο θησαυροφυλάκια με χρυσάφι· ζήτησέ τα και θα τα βρης και τότε κάνε ό,τι είναι αναγκαίο για χάρι του Θεού».
Ο όσιος έμεινε έκπληκτος ακούγοντας αυτή την πληροφορία, ενώ η γυναίκα έφυγε.
[…]
Όταν έμεινε μόνος ο φιλόθεος Σάββας [μετά τον θάνατο του πατέρα του αγίου Συμεών του μυροβλύτη], αφιερώθηκε ακόμη πιο πολύ στην ασκητική ζωή· στερούσε τον εαυτό του από κάθε σωματική ανάπαυσι, νήστευε ακόμη περισσότερο και περνούσε όλες τις νύκτες με ακοίμητη προσευχή, εντρυφώντας όλο και περισσότερο στην πνευματική παρηγορία της χάριτος που πλεόναζε μέσα του.
Όταν έμειναν χωρίς τα αναγκαία χρήματα για την Μονή, ο όσιος Σάββας θυμήθηκε τον λόγο εκείνης της σεμνής γυναίκας στην Κωνσταντινούπολι, για τα δύο θησαυροφυλάκια, στα γύρω μέρη του Χιλανδαρίου.
Όμως, δεν ήθελε να αρχίση την αναζήτησι του θησαυρού χωρίς προσευχή.
Και προσευχόταν στον Χριστό, με αυτό τον τρόπο:
«Ακούω τον Δαβίδ να λέη: Στον παροδικό πλούτο μη παραδίδετε την καρδιά σας. Ακόμη πιο αξιοκατάκριτος είναι ο άνθρωπος που σκάβει την γη, για να βρη πλούτο, που ο ίδιος δεν έβαλε εκεί. Γι’ αυτό, Κύριε, με τις πρεσβείες της Μητέρας Σου, μην αφήσης να με χλευάση ο εχθρός μου, προκαλώντας μου επιθυμία για πλούτο ολέθριο και φθαρτό.
Αλλ’ εάν αυτό δεν είναι πειρασμός από μέρους του αντιδίκου μου, εάν αυτό μου αποκαλύφθηκε για δόξα δική Σου, τότε φανέρωσέ μου Κύριε, σύμφωνα με το θέλημά Σου, τον κρυμμένο θησαυρό. Διαφορετικά, ας κρυφτή και από μας τους δούλους Σου, όπως και πριν κρυβόταν από άλλους».
Όταν ήλθαν στον προσδιωρισμένο τόπο, ο όσιος Σάββας με τον μαθητή του έσκαψαν λίγο και ευθύς βρέθηκε το άνοιγμα του λάκκου, όπου είχαν τοποθετηθή τα θησαυροφυλάκια, σαν η ίδια η γη να τους παρέδιδε με τα χέρια της ό,τι φύλαγε.
Νομίζω, λέγει ο βιογράφος Θεοδόσιος, ότι ήταν η ίδια η Παναγία η Ευεργέτις, που φανερώθηκε στον Άγιο στην Μονή της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά ο Όσιος απ’ την ταπείνωσί του δεν ήθελε να το πη, έχοντας κρυμμένο μέσα του άλλο μεγάλο θησαυρό, γιατί ήταν ο ίδιος κατοικητήριο της Αγίας Τριάδος.
Αφού βρήκε τον τεράστιο πλούτο ο άγιος Σάββας, τον μετέφερε στην Μονή. Όμως δεν θεώρησε δικό του τον θησαυρό και το ένα μέρος το έστειλε στην Κωνσταντινούπολι για την Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ευεργέτιδος, το άλλο το διεμοίρασε στις Μονές του Αγίου Όρους, ένα τρίτο στους ερημίτες των απομονωμένων κελλιών και το τέταρτο άφησε για την Μονή Χιλανδαρίου και όλους τους πτωχούς.
Η Παναγία η Ευεργέτις γι’ αυτό ακριβώς φανερώθηκε σ’ αυτόν, γιατί έδινε όλα όσα είχε, εκτελώντας σε όλα τον λόγο του Ευαγγελίου.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτη Ιουστίνου Πόποβιτς (νυν αγίου Ιουστίνου) «Βίος και πολιτεία των αγίων Σάββα και Συμεών των φωτιστών των Σέρβων», έκδοση το Περιβόλι της Παναγίας.