Όλες αυτές τις μέρες της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, στις εκκλησιές διαβάζουμε το Μέγα Απόδειπνο, μια κατανυκτική αρχαία ακολουθία που συνοδεύει τους Χριστιανούς στους αιώνες, στην πορεία προς το Γολγοθά και την Ανάσταση! Ωραία λόγια, γεμάτα υψηλά και μεγάλα νοήματα, που αγγίζουν θαρρείς σαν απαλές νότες εύηχης κιθάρας την ψυχή, ημερεύοντας το νου, ξεκουράζοντας την κουρασμένη από τα πολλά σκέψη, καθαρίζοντας τον λογισμό τ΄ ανθρώπου, κάνοντας το λιοντάρι αυτό, αρνάκι άκακο του Θεού!
Βλέπεις στο μισοσκόταδο, καρδιές καθαρές να ψελλίζουν τα ‘’τραγούδια του Θεού‘’ όπως θά’λεγε και ο κυρ- Αλέξανδρος… Αφουγκράζεσαι τους καημούς τα πάθη και τις θλίψεις που φέρνει μαζί του ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος αυτής, της άλλης εποχής. Νιώθεις την ελπίδα να ξεχειλίζει σαν το γιομάτο ποτήρι με το γάργαρο κρύο νερό που το αναζητάς στο λιοπύρι του καλοκαιριού! Αυτό το ξεχείλισμα της ελπίδας το ακούς στ’ αυτιά σου και το νιώθεις στα βάθια της ψυχής σου…
Τι φοβάσαι ; Ποιος θα σε βλάψει; Τι νομίζεις ,μόνος είσαι σε τούτη τη ζωή; Ακούς τον Προφητάνακτα Δαυίδ, που μπόρεσε και τα έβαλε με το θηριόμορφο Γολιάθ και σε εμπνέει εμπιστοσύνη:
“Αι θλίψεις τής καρδίας μου επληθύνθησαν, εκ τών αναγκών μου εξάγαγέ με.Ίδε τήν ταπείνωσίν μου, καί τόν κόπον μου, καί άφες πάσας τάς αμαρτίας μου, Ίδε τούς εχθρούς μου, ότι επληθύνθησαν, καί μίσος άδικον εμίσησάν με…’’.
Και αυτός πονεμένος, θλιμμένος σαν και μας ήτανε… είχε τους δικούς του ‘’ ανεκλάλητους στεναγμούς’’ της καρδιάς του. Και όμως! Δεν σταματά να ενθαρρύνει κείνον που με θέρμη ψελλίζει τα δικά του λόγια: ‘’ Εγώ δέ επί τώ Κυρίω ήλπισα, αγαλλιάσομαι καί ευφρανθήσομαι επί τώ ελέει σου. Ότι επείδες επί τήν ταπείνωσίν μου, έσωσας εκ τών αναγκών τήν ψυχήν μου’’. Πόσο καλύτερα να στο πει και να το πιστέψεις… Ακούς από το πρωί μέχρι το βράδυ να σε τορπιλίζουν με στενάχωρα και θλιβερά πράγματα. Βλέπεις τα δυνατά έθνη, να σε περιγελούν… Πονάς γι αυτό, θυμώνεις, όμως άκου τι γράφει: “Παρά πάντας τούς εχθρούς μου εγενήθην όνειδος, καί τοίς γείτοσί μου σφόδρα, καί φόβος τοίς γνωστοίς μου… Εγώ δέ επί σοί, Κύριε, ήλπισα, είπα, Σύ ει ο Θεός μου εν ταίς χερσί σου οι κλήροί μου. Ρύσαί με εκ χειρός εχθρών μου, καί εκ τών καταδιωκόντων με”.
Εκεί που νομίζεις πως πέφτεις, ακούς την φωνή του παρελθόντος και στέκεις ορθός στα πόδια σου. Πάνω απ’ όλους, είναι ο Θεός! Αυτά τα λόγια της σαρακοστιανής χαρμολύπης, ξέρεις πόσους και πόσους παρηγόρησαν μέχρι τώρα τόσους αιώνες;
Ενώνεις την φωνή σου με των άλλων και ψάλλεις τον παιάνα της νίκης, αυτόν τον ύμνο ,που μόνον ο νικητής της παλαίστρας της ζωής μπορεί ψάλλει με την καρδιά του: ‘’Μεθ’ ημών ο Θεός, γνώτε έθνη καί ηττάσθε. Ότι μεθ’ ημών ο Θεός!’’
Μα εύλογα θα με ρωτήσεις, ποιος είναι ο νικητής της ζωής;
Θα σου πω! Βλέπω τα πρόσωπα με τα λευκασμένα μαλλιά, που ξέρουν τα λόγια του Αποδείπνου απ’ έξω και συλλογίζομαι, σάμπως αυτοί δεν είναι νικητές της ζωής; Πόσα πέρασαν στον καιρό τους; Βλέπεις, οι παλαιότερες γενιές να το βάζουν κάτω; Και αυτοί αν δεν κτυπήθηκαν από άδικα μέτρα που τους επιβλήθηκαν… Όμως αυτοί είναι που δεν το βάζουν κάτω… Και βλέπεις εμείς, οι νεώτεροι, στο παραμικρό τα χάνουμε, ο πανικός σαν φίδι φαρμακερό έρχεται να μας περιτυλίξει και το χειρότερο τραβολογά κοντά του και την μικρότερη αδερφή του : την απελπισία…
Και όμως , σε πείσμα των καιρών , η Εκκλησία έρχεται, Μάνα στοργική στα παιδιά της, μαζί με το ψωμί πού χουν ανάγκη να φάνε για να ζήσουν να τους δώσει και τούτη την πνευματική τροφή. Να τους πει πως , όλα τούτα ,ξανάρθαν στον κόσμο. Και όπως ήρθαν έφυγαν. Και τούτα θα περάσουν. Απόδειξη τρανή, όλοι αυτοί που ζήσαν χειρότερες μέρες σε τούτον το τόπο και ζουν ακόμα να τα περιγράψουν…
Ο άνθρωπος, ζει με την ελπίδα! Και αυτή την ελπίδα την κάνει πίστη στην ψυχή του και την πίστη ,προσευχή. Μια προσευχή καθαρή ,που ενθαρρύνει εκείνον που την λέει ,προσευχή που φτάνει από τα χείλη του ανθρώπου στα ‘’ευήκοα ώτα’’ του Θεού.
Τελικά, το μεγαλύτερο που προσφέρει η Εκκλησία στον άνθρωπο είναι πρωτίστως η αθανασία της ψυχής και έπειτα η ελπίδα στην ζωή! Αυτή την ελπίδα ακούς τόσες μέρες να σιγοψιθυρίζουν ευλαβικά χείλη και νιώθεις πως δεν είσαι μόνος σε τούτον τον κυκεώνα… Και συνενώνεις και συ την φωνή σου, με τις φωνές των άλλων, σε ένα ακόμα ‘’τραγούδι του Θεού’’ που αιώνες τώρα τ΄ ακούς τέτοιες μέρες, στις εκκλησιές: ‘’Κύριε τών Δυνάμεων, μεθ’ ημών γενού, άλλον γάρ εκτός σου βοηθόν, εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε τών Δυνάμεων, ελέησον ημάς’’.
Απόσπασμα από το βιβλίο του π. Θωμά Ανδρέου, ”Στο πέρασμα του χρόνου” Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 165.