Δημήτρης Τσιγάρας
Το παλιό ρολόι-ξυπνητήρι μοιάζει με ζωντανό πλάσμα που κουβαλάει μνήμες. Δεν λειτουργεί με μπαταρίες ούτε με αόρατα σήματα∙ απαιτεί κούρδισμα. Ένα ανθρώπινο χέρι πρέπει να του δώσει δύναμη για να συνεχίσει να χτυπά.
Κι αυτή η χειρονομία, όσο απλή κι αν φαίνεται, είναι μια μικρή τελετουργία: η παραδοχή πως ο χρόνος δεν κυλά μόνος του — τον κινεί η φροντίδα μας.
Σε κάθε περιστροφή του κλειδιού, το ελατήριο μέσα του σφίγγει, όπως σφίγγεται και η ψυχή μας όταν ετοιμαζόμαστε για μια νέα μέρα.
Το κούρδισμα είναι μια σιωπηλή συμφωνία: «Θα σε ξυπνήσω, μα ξύπνα κι εσύ τη θέλησή σου».
Δεν υπάρχει αναβολή, δεν υπάρχει κουμπί snooze. Το παλιό ξυπνητήρι δεν σε χαϊδεύει∙ σε καλεί. Σου θυμίζει πως η ζωή δεν περιμένει.
Ο χρόνος σήμερα μοιάζει ψηφιακός, αόρατος, απρόσωπος. Το παλιό ρολόι όμως δείχνει τον χρόνο ως μηχανισμό, ως κόπο, ως υλικό.
Κάθε γρατζουνιά στο μέταλλο είναι μια πληγή από τα χρόνια που πέρασαν. Κι όμως, συνεχίζει να χτυπά.
Ίσως γιατί ο χρόνος -όπως και ο άνθρωπος- δεν ζει επειδή είναι τέλειος, αλλά επειδή αντιστέκεται.
Κάποτε τα ρολόγια σταματούσαν αν τα ξέχναγες.
Όπως σταματούν και οι άνθρωποι όταν κανείς δεν τους κουρδίζει με αγάπη, με καθήκον, με σκοπό. Το παλιό ξυπνητήρι είναι υπενθύμιση.
Όσο έχεις κάποιον να σε ξυπνά, όσο βρίσκεις τη δύναμη να κουρδίσεις τον εαυτό σου έστω για μία ακόμη μέρα, ο χρόνος δεν είναι εχθρός. Είναι σύντροφος.
Κι όταν κάποτε το ελατήριο δεν θα τραβήξει άλλο, τότε θα ξέρουμε πως έκανε το χρέος του. Όπως κι εμείς.
Πηγή: Η εφημερίδα του Βαλτινού
το «σπιτάκι της Μέλιας»
Discover more from Σημεία Καιρών
Subscribe to get the latest posts sent to your email.













